La police Greψque assasine(μτφρ. Η Ελληνική Αστυνομία Δολοφονεί)
24/12/08
Πανό για την δολοφονία του Α. Γρηγορόπουλου.
14/12/08
ΚΙΝΗΣΗ ΜΑΤ
Όπως όλοι και όλες ξέρουμε, το βράδυ του Σαββάτου 6/12 στα Εξάρχεια ο μπάτσος Κορκονέας δολοφόνησε εν ψυχρώ το 15χρονο Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο. Ο Κορκονέας υποστήριξε στην απολογία του ότι πυροβόλησε στον αέρα για εκφοβισμό και ότι, ως εκ τούτου, η σφαίρα που σκότωσε τον Αλέξανδρο ήταν προϊόν εξοστρακισμού. Πρόκειται για γελοιοδέστατη δικαιολογία η οποία καταρρίπτεται απ’ τις μαρτυρίες όσων ήταν παρόντες στο περιστατικό.
Η δολοφονία του Αλέξανδρου δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας μεθόδευσης απ’ την πλευρά της κυβέρνησης, αλλά συνιστά την κορύφωση μιας σειράς περιστατικών που δείχνουν το καθεστώς δομικής αυθαιρεσίας και ανομίας που επικρατεί στα σώματα ασφαλείας. Τα άτομα που στελεχώνουν αυτά τα σώματα είναι φορείς μιας ματσό, ανδροκρατικής και θρασύδειλης νοοτροπίας, η οποία, αν δεν καλλιεργείται, σίγουρα αφήνεται ελεύθερη να αναπτύσσεται από τους επικεφαλής της ΕΛ.ΑΣ. Το καθεστώς οιωνεί αυτονόμησης της αστυνομίας και η ατιμωρησία ή η κάλυψη που τους παρέχει το κράτος ευνοούν περιπτώσεις τύπου Κορκονέα. Εξού κι η σωρεία δολοφονιών και κακοποιήσεων πολιτών και – κυρίως – μελών μειονοτικών ομάδων (τσιγγάνοι, μετανάστες κλπ) από τους μπάτσους (χαρακτηριστικές, μόνο για τα τελευταία χρόνια, είναι οι περιπτώσεις της «ζαρτινιέρας», των «πράσινων all-star», οι βασανισμοί μεταναστών και ιερόδουλων στο Αστυνομικό Τμήμα Ομονοίας, οι δολοφονίες τσιγγάνων στο Ζεφύρι και του Ηλ. Μαραγκάκη στην Κρήτη, οι υπόλοιπες «τυχαίες εκπυρσοκροτήσεις» κλπ).
Η δολοφονία του Αλέξανδρου προκάλεσε ένα μεγάλο ξέσπασμα απ’ τη μεριά της κοινωνίας. Έδωσε την αφορμή για να εκφραστεί μια γενικευμένη και συγκεχυμένη δυσαρέσκεια και οργή, η οποία τελικά μετατράπηκε σε εξέγερση. Ο συγκεχυμένος χαρακτήρας της οργής έδωσε ευκαιρία στις διάφορες κομματικές και μικροκομματικές γραφειοκρατίες να προβάλουν στα γεγονότα ποικίλες, αστήρικτες και ως επί το πλείστον ιδεολογικές ερμηνείες: μιλούν για τις πρώτες συνέπειες της οικονομικής κρίσης, της ανεργίας, της απαξίωσης των πτυχίων, των κυβερνητικών σκανδάλων κλπ. Όπως όμως δείχνουν τα γεγονότα, τέτοιου είδους συλλογισμοί δε στέκουν. Στις κινητοποιήσεις συμμετείχε κόσμος από όλα σχεδόν τα στρώματα και τις κοινωνικές τάξεις, ο οποίος κατέβηκε αυτόνομα, μαζικά, έξω από κομματικές γραμμές και καθοδηγήσεις. Όσοι έψαχναν για την «εργατική τάξη», τη «γενιά των 700 ευρώ» ή τους «διώκτες του Καραμανλή» βρήκαν μπροστά τους ένα αυθόρμητο και ετερόκλιτο πλήθος από μαθητές, αναρχικούς, νεαρούς μετανάστες, φοιτητές, αριστερούς, απλούς περίεργους και συμπαθούντες και δεν υπάρχει τέλος…
Οι μορφές μέσω των οποίων κινητοποιήθηκε αυτό το ετερόκλιτο πλήθος ήταν ποικίλες: κύρια, βασική και πιο συγκροτημένη ήταν οι καθημερινές και μαζικές διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις, παράλληλα με την οργάνωση καταλήψεων στο κέντρο της Αθήνας (Νομική, ΑΣΟΕΕ, Πολυτεχνείο) και τις γενικευμένες συγκρούσεις με την αστυνομία (επιθέσεις σε διμοιρίες, αστυνομικά τμήματα κλπ). Ταυτόχρονα, ένα μικρότερο μέρος της εξέγερσης αναλώθηκε αποκλειστικά στην άσκοπη βία (σπασίματα, εμπρησμοί, λεηλασίες). Παρόλα αυτά, ΜΜΕ και «κοινή γνώμη» στάθηκαν κυρίως στα περιστατικά καταστροφών μαγαζιών και κτιρίων: τα ΜΜΕ λόγω της έκρηξης θεαματικότητας που προμήνυαν τα σκηνικά καταστροφής, και η κοινή γνώμη για να εκφράσει το «λαϊκό αίσθημα» νοικοκυραίων και μαγαζατόρων που καρτερούσαν στη γωνία τον καταναλωτικό παροξυσμό των χριστουγεννιάτικων διακοπών. Πέρα απ’ τα μεμονωμένα περιστατικά καταστροφικής μανίας (η περίπτωση του αποκαλούμενου, απ’ τα κανάλια, «πλιάτσικου»), εκφράστηκε το ξέσπασμα μειονοτικών ομάδων ξεχασμένων και αποκλεισμένων απ’ την κοινωνία που βρήκαν έδαφος να δηλώσουν την παρουσία και την οργή τους. Επρόκειτο για ένα κομμάτι της εξέγερσης αποτελούμενο από εξαθλιωμένους μετανάστες, οι οποίοι επιχείρησαν μέσα στο χαμό να βγάλουν τουλάχιστον τα προς το ζην – και καλά έκαναν.
Αν στη συνέχεια θέλουμε να εξετάσουμε από πιο κοντά αυτήν την ετερόκλιτη σύνθεση για την οποία μιλήσαμε παραπάνω, θα βρούμε κυρίως τρία πιο συγκροτημένα κοινωνικά κομμάτια. Πρώτον, από πλευράς φοιτητριών/-των εκφράστηκε ήδη απ’ τις πρώτες μέρες ισχυρή διάθεση για κίνημα καταλήψεων και μαζικοποίηση των διαδηλώσεων. Απ’ την άλλη, οι εργαζόμενοι, παρά τις συνεχείς επικλήσεις προς αυτούς, δείχνουν προς το παρόν χλιαρή στάση, καθώς παρέμειναν σε μία και μόνο συγκέντρωση-πορεία (αυτή της ΓΣΕΕ την Τετάρτη) έχοντας παραδοθεί στις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες τους. Οι μαθητές τέλος, αν και μπήκαν τελευταίοι στο χορό, έχουν αποδειχθεί μέχρι στιγμής το πιο δραστήριο κομμάτι της εξέγερσης. Βιώνοντας την αυταρχικότητα του σχολείου και την αποπνικτική καθημερινότητα της μαθητικής ζωής, βγήκαν μπροστά αυθόρμητα και συγκροτημένα με καταλήψεις σχολικών κτιρίων, μαζικές διαδηλώσεις και στοχευμένες επιθέσεις εναντίον αστυνομικών τμημάτων. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει και στην ριζοσπαστική ιδιορρυθμία των μαθητών στο δρόμο: χρήση χιούμορ και φαντασίας προς γελοιοποίηση των μπάτσων κόντρα στη σοβαροφάνεια πιο παραδοσιακών πολιτικών χώρων.
Αν θέλουμε (που θέλουμε δηλαδή) να μην εκφυλιστεί ή να μην περιοριστεί αυτή η εξέγερση στην άσκοπη βία ή τη γενικευμένη παραβατικότητα, πρώτο βήμα είναι να αντιμετωπίσουμε συγκροτημένα το τρομοκρατικό κλίμα των ΜΑΤ και των δακρυγόνων, των μπάτσων και των συλλήψεων, των ασφαλιτών και της προβοκάτσιας, του ΚΚΕ και των φασιστών. Δεύτερο βήμα να υποστηρίξουμε και να μαζικοποιήσουμε τις κινητοποιήσεις και να κάνουμε να κατειλημμένα κτίρια του κέντρου της Αθήνας κέντρα πληροφόρησης και αγώνα. Τρίτο, τέλος, να φτιάξουμε αυτές τις ανοιχτές, συλλογικές και αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες σε κάθε σχολείο, πανεπιστήμιο, εργασιακό χώρο, γειτονιά που δε θα επιτρέψουν ούτε την άνευ όρων επιστροφή στην κανονικότητα, ούτε το διάλειμμα για τα χριστουγεννιάτικα ψώνια. Μένει μια κίνηση ΜΑΤ μέχρι να καταλάβουμε τα πάντα.ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΥΣ ΣΥΛΛΗΦΘΕΝΤΕΣ
ΑΜΕΣΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΟΥΣ
ΜΠΑΤΣΟΙ ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ
ΘΑ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ
1/12/08
Κεντρική Αφίσα 2008-9
25/11/08
Ο ΝΟΜΟΣ ΠΛΑΙΣΙΟ ΘΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ ΣΤΗΝ AULA
Η ίδια η εμπειρία του φοιτητικού κινήματος μας δείχνει δυο τρόπους τους οποίους επιλέγει να οργανωθεί και να παλέψει. Από τη μία τα γραφειοκρατικά Δ.Σ. και οι διάφοροι παραταξιακοί « κομάντο». Από την άλλη οι Γενικές Συνελεύσεις και οι δυναμικές καταλήψεις. Η επιλογή ανάμεσα τους καθώς και τα αποτελέσματα δεν είναι τα ίδια, ας μην γελιόμαστε. Το υπουργείο δεν φοβάται τις παρέες των παραταξιακών στα Δ.Σ. , αλλά τις γενικές συνελεύσεις των φοιτητών. Για εμάς είναι ξεκάθαρο, ότι το φοιτητικό κίνημα μπορεί να γίνει ριζοσπαστικό μόνο αν οργανωθεί αποκλειστικά στις συνελεύσεις.
Ελπίζουμε αυτό το κείμενο να αποτελέσει την αρχή ενός διαλόγου στο εσωτερικό της σχολής, με στόχο την δημιουργία ενός μαχητικού κινήματος για την προάσπιση της δημόσιας παιδείας.Με συνελεύσεις...
Οι γενικές συνελεύσεις των φοιτητικών συλλόγων αποτελούν ένα από τα χαρακτηριστικά που καθιστούν τα πανεπιστήμια "δημόσιο χώρο". Δηλαδή έναν χώρο όπου τα άτομα μπορούν να συζητούν ελεύθερα, να επιχειρηματολογούν και να αποφασίζουν από κοινού. Εκτός από την μεγάλη αποφασιστική ισχύ που κατέχουν για ζητήματα των φοιτητικών συλλόγων, είναι η μοναδική απόλυτα συλλογική και συμμετοχική διαδικασία του πανεπιστημίου, η οποία, εξασφαλίζοντας την ελευθερία λόγου και την ισότητα ψήφου για όλες και όλους, δημιουργεί τις βάσεις πού απαιτούνται για την διεξαγωγή πολιτικού διαλόγου και ζυμώσεων. Η κατάστασή τους σήμερα όμως απέχει πολύ από τα παραπάνω. Όταν δεν φυτοζωούν λόγω της απαξίωσής τους από το φοιτητικό σώμα, οι γενικές συνελεύσεις κυριαρχούνται από τις λογικές της αντιπροσώπευσης και της στείρας παραταξιακής αντιπαράθεσης. Η πλειοψηφία της συνέλευσης, αδιαφορώντας για την ουσιαστική συμμετοχή στα κοινά και τη διαμόρφωση των συνθηκών ύπαρξης της, αναθέτει στους "ειδικούς" της πολιτικής την πολιτική δράση και τη συγκρότηση του λόγου της συνέλευσης. Μένει έτσι στον παθητικό ρόλο του επικυρωτή ήδη διαμορφωμένων πολιτικών πλαισίων που της προτείνονται προς ψήφιση χωρίς ουσιώδη συμβολή στις αποφάσεις του συλλόγου. Άμεση συνέπεια των παραπάνω η υποβάθμιση της διαδικασίας της γ.σ. με φαινόμενα που έχουμε παρατηρήσει όλοι-όλες κατά καιρούς: από τον ξύλινο λόγο των παρατάξεων, την κατάργηση της ισηγορίας με τις μακροσκελείς τοποθετήσεις μέχρι την αρπαγή του μικροφώνου ( θυμίζοντας ραψωδούς του hip hop σε μάχη ), την ανταλλαγή γροθιών, κλοτσιών καθώς και ειδών πρώτης ανάγκης για κάθε νοικοκυριό ( βλέπε αυγά, αλεύρι, χαρτί υγείας ).
Εμείς αντίθετα, προτείνουμε τη λειτουργία της γενικής συνέλευσης με άλλους όρους, ώστε να διευκολύνεται η διεξαγωγή πραγματικά δημοκρατικών συλλογικών διαδικασιών και να αποτρέπεται, όσο είναι δυνατόν, η γραφειοκρατικοποίησή τους:
• Κλήρωση του προεδρείου πριν από κάθε συνέλευση (με δυνατότητα συμμετοχής οποιουδήποτε/ οποιασδήποτε, και όχι μόνο των μελών παρατάξεων.
• Δημιουργία κληρωτών και ανακλητών εκτελεστικών επιτροπών από τη συνέλευση για τα πρακτικά ζητήματα που ανακύπτουν στην οργάνωση της διαδικασίας και τη διασφάλιση της υλοποίησης των αποφάσεων, προς αποφυγή οποιασδήποτε αυθαιρεσίας.
• Όσον αφορά τη λήψη των αποφάσεων, αντικατάσταση των πολυσέλιδων παραταξιακών πλαισίων από την ψήφιση μεμονωμένων πολιτικών προτάσεων για κάθε θέμα που τίθεται στη συνέλευση.
• Οι γενικές συνελεύσεις να μείνουν το μοναδικό όργανο του συλλόγου με αποφασιστικό χαρακτήρα του καταργώντας ουσιαστικά τα δευτεροβάθμια αντιπροσωπευτικά όργανα, όπως π.χ. τα διοικητικά συμβούλια (δου.σου.)...καταλήψεις...
Καθώς η κατάληψη υπήρξε το βασικό μέσο πάλη του φοιτητικού κινήματος θεωρούμε ότι πρέπει να αναλυθεί ο ρόλος και η σημασία της. Η κατάληψη διακόπτοντας πλήρως την ακαδημαϊκή λειτουργία αποτέλεσε τον κυριότερο και πιο αποτελεσματικό μοχλό πίεσης στα χέρια των φοιτητών/τριών. Η συντριπτική πλειοψηφία όμως των φοιτητών/τριών οργανωμένων και μη , παρέμεινε εκεί χρησιμοποιώντας την κατάληψη αποκλειστικά ως μέσο οδηγώντας στην πλήρως εργαλειακή χρήση της . Αποτέλεσμα να μην λειτουργήσουν οι καταλήψεις ως κοινωνικοί χώροι δημιουργίας και αμφισβήτησης των κυρίαρχων κοινωνικών σχέσεων και μορφών οργάνωσης αλλά να μείνουν πλήρως αποκομμένες και νεκρωμένες πλαισιωμένες από σκληροπυρηνικές μειοψηφίες του κινήματος. Αντίθετα για μας η κατάληψη πρέπει να αντιμετωπίζεται τόσο ως μέσο όσο και σαν σκοπός με την έννοια της οικειοποίησης της, λειτουργίας του πανεπιστήμιου και του πειραματισμού με μορφές αυτοοργάνωσης της καθημερινότητας. Θεωρούμε δηλαδή ότι οι καταλήψεις πρέπει να είναι ζωντανές (όχι απλά λουκέτα ) και πλαισιωμένες από τον ανένταχτο κόσμο. Να λειτουργούν δηλαδή ως χώροι πολιτικών ζυμώσεων με εκδηλώσεις και συζητήσεις.
Το πρόταγμα για μια τέτοια είδους κατάληψη δεν αποτελεί δικό μας εγκεφαλικό κατασκεύασμα αλλά εντοπίζεται ιστορικά στις φοιτητικές καταλήψεις του Μάη ’68 , αλλά και τις ριζοσπαστικές στιγμές του εργατικού κινήματος (καταλήψεις εργοστασίων Ουγγαρία 1956 ).
Θεωρούμε ότι μόνο μια επανανοηματοδότησή της συνέλευσης και της κατάληψης στην κατεύθυνση που τέθηκε παραπάνω μπορεί να ριζοσπαστικοποιήσει τον αγώνα μας.
Τέλος, όσον αφορά στα άμεσα ζητήματα του φοιτητικού κινήματος. ΄Ηδη από το καλοκαίρι το υπουργείο προχώρησε σε μια πρώτη εφαρμογή της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης, μέσω της αναγνώρισης των ΚΕΣ και την δημιουργία λίστας συγγραμμάτων για κάθε μάθημα ( νόμος πλαίσιο ). Ως απάντηση σε αυτές τις εξελίξεις, οι φοιτητοσυνδικαλιστές εξέφρασαν έναν ακραία συντεχνιακό και μερικό λόγο. Η αντίληψη ότι « οι σπουδαστές των ΚΕΣ θα μας πάρουν τις δουλειές » είναι καθαρά συντεχνιακή. Απορρέει από την ανώτερη κοινωνικά θέση που κατέχουν οι φοιτητές/τριες των δημοσίων πανεπιστημίων σε σχέση με τους σπουδαστές των ΚΕΣ. Προφανώς, με τέτοιες αντιλήψεις δεν μπορεί να αναδυθεί τίποτα ριζοσπαστικό. Ούτε καν κίνημα. Εμείς θεωρούμε , ότι ένα νέο ξέσπασμα του φοιτητικού αγώνα πρέπει να απορρίπτει συνολικά το νόμο πλαίσιο καθώς και την οποιαδήποτε προσπάθεια απαξίωσης του δημοσίου πανεπιστημίου. Και αν η ολότητα του νόμου- πλαίσιο δεν είναι στην επικαιρότητα, το φοιτητικό κίνημα πρέπει να την επαναφέρει, προχωρώντας σε κινητοποιήσεις ακόμα και αν η ΠΟΣΔΕΠ ( συνδικαλιστικό όργανο των καθηγητών ) δεν προβεί σε απεργίες.. Η προσπάθεια του υπουργείου να εφαρμόσει σε << δόσεις>> τις αναδιαρθρώσεις, πρέπει να απαντηθεί με τη συνολική εναντίωση σ΄αυτές.....διαδηλώσεις, ξαναρχίζουμε
H αντίσταση στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση θα είναι συνολική ή τίποτα.
ΚΑΘΑΡΙΣΕ ΓΙΑ ΠΑΡΤΥ ΣΟΥ!
Πόσο ακόμη θα τριγυρνάμε απαθείς στους γεμάτους μπίχλα ορόφους της φιλοσοφικής;
Μιλιούνια φοιτητών και φοιτητριών πίνουν το καφεδάκι τους στη σχολή μας καθημερινά, γεγονός που δεν θα κατακρίνουμε εμείς ως κάτι το μεμπτό γιατί κάθε άλλο παρά αφύσικο είναι. Αυτό όμως που χωρίς δεύτερη σκέψη θεωρούμε απαράδεκτο είναι ο σωρός των σκουπιδιών που αφήνει πίσω του ο καθένας και καθεμία από εμάς περιμένοντας πως επειδή είναι η δουλειά των καθαριστριών να τα μαζεύουν, τα αφήνουμε εδώ και εκεί λες και είναι τόσο δύσκολο να τα πηγαίνουμε στον πλησιέστερο κάδο.
Αυτή η στάση των φοιτητών και των φοιτητριών απέναντι στην καθαριότητα μονό δυσκολότερες μπορεί να κάνει τις ήδη άσχημες συνθήκες εργασίας των καθαριστριών(όπως το να ξεσκατίζουν τις τουαλέτες, κάτι προφανώς ανθυγιεινό, να μεταφέρουν βαριές σακουλές και γενικότερα να καταβάλλουν πολύ κόπο και όλα αυτά με την έλλειψη σωματείου και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων εξαιτίας του ιδιωτικού καθεστώτος της εργασίας τους). Για να πάρουμε και μερικά παραδείγματα όμως, αρκεί να σημειωθούν η άθλια κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι τουαλέτες, ο χώρος του αίθριου στον 4ο όροφο που συγκεντρώνει αρκετό κόσμο όπως επίσης και το κυλικείο, η σχολή μετά από
εκλογές και η Aula μετά από τις συνελεύσεις. Παντού υπάρχουν σωροί από τσιγάρα, ποτήρια του καφέ, περιτυλίγματα τροφίμων και κάθε λογής σκουπίδια και βρωμιές. Ακόμα και μετά από πάρτυ στη σχολή η εικόνα είναι το ίδιο αποκρουστική.
Εδώ να σημειωθεί ότι μέχρι στιγμής η ίδια απάθεια και ιδιώτευση που συναντάμε με την απουσία των φοιτητών/φοιτητριών από τις κοινές υποθέσεις και την πολιτική, συνεχίζεται και στη στάση που έχουν απέναντι στους δημοσίους χώρους γενικά και κατ’ επέκταση στη σχολή μας. Ας είμαστε ειλικρινείς, ισχύει το ίδιο και όταν βρισκόμαστε στα σπίτια μας; Φυσικά όχι αφού γίνεται αυτή η διάκριση μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού χώρου. Είναι εμφανής η απαξίωση που υπάρχει γενικά απέναντι στους δημοσίους χώρους κάτι που επιβεβαιώνεται και με την παντελή έλλειψη σεβασμού των φοιτητών/φοιτητριών απέναντι στη σχολή μας ως δημόσιο χώρο που ανήκει σε όλους μας μα και σε κανέναν, τον οποίο όμως και καπηλεύονται ως δικό τους. Ποιος αρέσκεται στο να παρατάει τα σκουπίδια του εδώ και κει στο σπίτι του; Αντιθέτως στη σχολή, στους δρόμους και κατά συνεπεία σε οποιονδήποτε δημόσιο χώρο βρωμίζουμε και μάλιστα με περίσσιο θράσος.
Τέλος, ας αναφερθεί εδώ ότι αιτία αυτής της συμπεριφοράς, πιστεύουμε, ότι είναι και η φανερή υποτίμηση της χειρωνακτικής εργασίας σε αντίθεση με την πνευματική. Βλέπουμε δηλαδή πως για διαφορετικούς λόγους ο καθένας και η καθεμία από εμάς, αποσκοπούμε στην εισαγωγή στα πανεπιστήμια είτε για μια άνοδο στην κοινωνική ιεραρχία, είτε για μια σταθερή δουλειά κάποια στιγμή στο μέλλον, είτε για έναν καλό μισθό. Από τη στιγμή λοιπόν που ο καθένας από εμάς αποφεύγει τη χειρωνακτική εργασία για οποιονδήποτε προσωπικό του λόγο και με κάθε τρόπο, σημαίνει και ότι θα αδιαφορεί για όσους και όσες(όσες στη συγκεκριμένη περίπτωση) την εκτελούν; Μήπως τελικά φταίει και αυτή η υποτίμηση στην επιδείνωση των συνθηκών εργασίας των καθαριστριών; Καλό είναι ο καθένας να αναλογιστεί το μερίδιο της ευθύνης (και της βρώμας) που του αντιστοιχεί.
ΔΕΝ ΞΕΛΕΡΩΝΟΥΜΕ ΠΟΤΕ…
24/11/08
Ενημέρωση για τον αγώνα των φυλακισμένων
Η φοιτητική κοινότητα, παρόλο που κατά καιρούς δείχνει αγωνιστικότητα και διάθεση για κινητοποιήσεις για δικά της ζητήματα (κυρίως συντεχνειακού χαρακτήρα), για ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα συνήθως αδιαφορεί ή τα αγνοεί και πλήρως. Ένα απ’ αυτά είναι ο σημαντικότατος αγώνας των φυλακισμένων που εκδηλώνεται από τις 3 Νοεμβρίου μέσω απεργιών πείνας και αποχής συσσιτίου, με κύριους στόχους τη βελτίωση των συνθηκών κράτησης, την αποσυμφόρηση των φυλακών και την κατάργηση των φυλακών ανηλίκων.
Βασικά χαρακτηριστικά, αρχικά, του σύγχρονου δικαστικού-σοφρωνιστικού συστήματος είναι οι συνθήκες εγκλεισμού και απομόνωσης που επιβάλλει στους/στις κρατούμενους/-ες, καθώς και ο εκδικητικός του χαρακτήρας, ο οποίος έρχεται σε αντίθεση με το υποτιθέμενο κοινωνικό-σοφρωνιστικό του έργο. Με λίγα λόγια, επιλέγει τους εκάστοτε παραβάτες, τους επιβάλει την «αρμόζουσα» ποινή αποκόπτωντάς τους από την υπόλοιπη κοινωνία, έτσι ώστε κάποια στιγμή να τους ξαναρίξει σ’ αυτήν έτοιμους πλέον, διορθωμένους, «καθαρούς». Το ελληνικό κράτος πιο συγκεκριμένα, επιδεικνύει υπερβάλλοντα ζήλο για την επιτέλεση αυτού του έργου, καθώς στα σοφρωνιστικά συστήματα (φυλακές) χωρητικότητας 7.500 κρατουμένων στοιβάζονται 14.000 (δηλαδή σχεδόν 200% πληρότητα), μεγάλο μέρος των οποίων είναι μετανάστες, μικροδιακινητές ή χρήστες ναρκωτικών και προφυλακισθέντες. Εκτός από τα φαινόμενα υπερπληθυσμού, η φημισμένη ελληνική φιλοξενία περιλαμβάνει την πλήρη καταρράκωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας μέσω πειθαρχικών μέτρων, βασανιστηρίων, εξευτελισμών, ξυλοδαρμών, που συχνά οδηγούν σε θανάτους κρατουμένων και αυτοκτονίες. Ειδικά σε περιόδους μετά από κινητοποιήσεις των φυλακισμένων, η τρομοκράτησή τους αυξάνεται μέσω (δυσμενών) μεταγωγών και ένταση των πειθαρχικών/κατασταλτικών μέτρων.
Ο αγώνας των φυλακισμένων για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους έχει πάρει πρωτοφανή έκταση για τα ελληνικά δεδομένα. Συγκεκριμένα, στην αποχή συσσιτίου που ξεκίνησε στις 3 Νοεμβρίου συμμετέχουν 12.000 κρατούμενοι, ενώ ο αριθμός των απεργών πείνας (που άρχισε στις 7 Νοεμβρίου) έχει φτάσει σχεδόν τις 6.000. Πέρα όμως από το γεγονός της μαζικότητας της κινητοποίησης, ακόμα σημαντικότερο είναι ότι οι κρατούμενοι έχουν πάρει οι ίδιοι τον πολιτικό αγώνα στα χέρια τους, δημιουργώντας πανελλαδική επιτροπή ώστε να μεταφέρουν τα αιτήματά τους (βλ. πίσω) στο Υπουργείο Δικαιοσύνης χωρίς της διαμεσολάβηση ή εκπροσώπηση τρίτων. Όπως αναφέρεται στην ανοιχτή επιστολή της επιτροπής προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης: «Θέλουμε να διαχειριστούμε εμείς τον αγώνα μας. Να μιλάμε εξ ονόματός μας με το όνομά μας».
Σε αντίθεση με την ανταπόκριση της κινητοποίησης μέσα στις φυλακές, παρατηρείται περιορισμένη απήχηση στην υπόλοιπη κοινωνία. Καθοριστικό ρόλο σ’ αυτό παίζει η στάση τόσο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης όσο και του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Η προβολή του θέματος από τα ΜΜΕ ήταν ελάχιστη, καθώς μάλλον έκριναν ότι δεν παρουσιάζει αρκετό θέαμα και βία για να ικανοποιήσει το φιλοθεάμον κοινό. Απ’ την άλλη πλευρά το Υπουργείο, προσπαθώντας να υποβαθμίσει τη δύναμη του αγώνα, παραποιεί τα στοιχεία που αφορούν στο μέγεθος της συμμετοχής σ’ αυτόν (για παράδειγμα αναφέρει ότι στην αποχή συσσιτίου συμμετέχουν πλέον μόνο 5.500 κρατούμενοι).
Η δική μας τοποθέτηση, τέλος, δε μπορεί παρά να συμβαδίζει με το περιεχόμενο των αιτημάτων των ίδιων των φυλακισμένων: εναντιωνόμαστε δηλαδή στον εγκλεισμό, την ιδρυματοποίηση, την απομόνωση και την εκδικητικότητα του συστήματος των φυλακών. Στηρίζουμε τις κινητοποιήσεις με στόχο να κοινωνικοποιηθεί και να δικαιωθεί ο αγώνας των κρατουμένων.
Παράσταση διαμαρτυρίας στο Υπ. Δικαιοσύνης την Πέμπτη 20/11, 12 πμ
Συγκέντρωση στα Προπύλαια και πορεία την Τετάρτη 26/11, 6μμ
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ
(πίσω σελίδα)
22/11/08
5/11/08
30/10/08
ΟΜΑΔΕΣ ΑΙΜΑΤΟΣ ή η ματωμένη ιστορία ενός προγράμματος σπουδών
Πρώτο θύμα των αλλαγών αυτών στάθηκαν οι επί πτυχίω φοιτήτριες και φοιτητές του τμήματος. Ως γνωστόν, για να αποφοιτήσεις, πρέπει να έχεις περάσει ένα μάθημα επιλογής ανά ομάδα. Μετά τις μετακομίσεις των μαθημάτων όμως, μεγάλο κομμάτι των επί πτυχίω βρέθηκε να έχει περάσει 2 (ή και παραπάνω) μαθήματα απ’ την ίδια ομάδα, ενώ από άλλες που είχε ήδη περάσει σύμφωνα με το παλιό πρόγραμμα, τώρα να χρωστάει τα πάντα. Για παράδειγμα, μπορεί κάποια φοιτήτρια να είχε περάσει ένα μάθημα απ’ τη Β ομάδα και ένα απ’ τη Γ ομάδα, στη συνέχεια το μάθημα της Β να πήδηξε στη Γ, και τώρα να βρέθηκε να χρωστάει ένα παραπάνω μάθημα για πτυχίο απ’ ότι υπολόγιζε… Το χαοτικό αυτό σκηνικό (ειδικά αν σκεφτούμε το άπειρο των συνδυασμών που προέκυψαν για κάθε φοιτητή/τρια), ήρθε να συμπληρώσει μια διπλή καινοτομία ως προς τους όρους που θα εξετάζονται οι επί πτυχίω στα καινούργια μαθήματα του προγράμματος σπουδών. Πρώτον, αν κάποιος επί πτυχίω θελήσει να αποφοιτήσει στην εξεταστική του Φλεβάρη (για να προλάβει να δώσει στον ΑΣΕΠ π.χ.), θα έχει τη δυνατότητα να εξεταστεί στα μαθήματα της προηγούμενης χρονιάς, πριν την αλλαγή του προγράμματος δηλαδή. Αν όμως για οποιονδήποτε λόγο δε θέλει ή, κυρίως, δε μπορεί/προλαβαίνει, θα πρέπει να παρακολουθήσει απ’ την αρχή τα νέα μαθήματα του εαρινού εξαμήνου για την εξεταστική του καλοκαιριού. Δικό του θέμα; Όχι ακριβώς. Υπάρχει μια μικρή διαφορά, η οποία είναι και η δεύτερη πλευρά αυτής της καινοτομίας. Σύμφωνα με απόφαση της συνδιοίκησης του τμήματος, κανείς φοιτητής και καμιά φοιτήτρια επί πτυχίω δε θα δικαιούται βιβλία για τα αλλαγμένα μαθήματα της σχολής. Ο λόγος : «έχουν πάρει ήδη βιβλία για 38 μαθήματα, οπότε ξεχρεώσαμε απέναντί τους. Μπορούν πάντα να τα αγοράσουν ή να τα φωτοτυπήσουν».
Η δημιουργικότητα των υπευθύνων για το τμήμα μάς έφερε απέναντι σε δύο ζητήματα τα οποία περιμέναμε να μας έρθουν από αλλού – από το νόμο-πλαίσιο. Κι όμως, μέσω μίας «αθώας» αλλαγής του προγράμματος σπουδών, η φοιτητική ζωή εντατικοποιείται και το κόστος των σπουδών περνάει στη δική μας πλευρά. Απλούστερα: αν δε στρωνόμαστε να περνάμε τα μαθήματα στην ώρα τους (ακόμα κι αν παράλληλα δεσμευόμαστε από άλλες υποχρεώσεις – π.χ. δουλειά), θα ζούμε στην επισφάλεια των συνεχών αλλαγών στο πρόγραμμα και μετά θα ψάχνουμε να αγοράζουμε ή να φωτοτυπούμε τα συγγράματά μας.
Και εδώ έρχεται να κολλήσει το θέμα της θέσης και της συμμετοχής μας στην ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία και τις αποφάσεις που αφορούν το τμήμα. Καταρχάς, ο τρόπος με τον οποίο συμμετέχουμε στην εκπαιδευτική διαδικασία, καλλιεργεί και τη συγκεκριμένη σχέση που αποκτούμε με το αντικείμενο των σπουδών μας. Όσο πιο πολύ απομακρυνόμαστε από τη ενεργή διαμόρφωση της πρώτης, τόσο απομακρυνόμαστε και από μια αυθεντική σχέση με το αντικείμενο. Ένας παθητικός και ουδέτερος δέκτης του αμφιθεάτρου δε μπορεί ούτε να κατανοήσει το περιεχόμενο των μαθημάτων του, ούτε και να αναπτύξει τη δική του δημιουργικότητα και κριτική σκέψη. Μπορεί μόνο να αποστηθίσει και να αναπαράξει μηχανικά ό,τι του ζητηθεί, όταν του ζητηθεί. Ενώ όμως το τμήμα του αγγλικού μας προσφέρει τη δυνατότητα, μετά το 2ο έτος, να φτιάξουμε πιο ελεύθερα το πρόγραμμα σπουδών μας μέσω των ομάδων μαθημάτων επιλογής, από την άλλη αλλάζουν συνεχώς τα ίδια τα μαθήματα. Αντί, τελικά, να καταφέρουμε να ορίσουμε ένα σταθερό σημείο αναφοράς για τις σπουδές μας (κάτι που θα μας επέτρεπε στη συνέχεια να τις επεξεργαστούμε πιο προσεκτικά και, αν τα καταφέρουμε, να τις αμφισβητήσουμε με δημιουργικό τρόπο), αναγκαζόμαστε να προσαρμοστούμε μηχανικά σε ένα περιβάλλον που διαρκώς αλλάζει, πριν προλάβουμε καλά καλά να έρθουμε σε επαφή μαζί του.
Όλα τα παραπάνω, πέρα από τη στενή διπλή κατεύθυνση που δείξαμε στην προ-προηγούμενη παράγραφο, αναδεικνύουν κυρίως τη γραφειοκρατική, ιεραρχική οργάνωση του πανεπιστημίου. Αναδεικνύουν τη διάκριση μεταξύ μιας κάστας καθηγητών-«αυθεντιών» (και για bonus, των εκλεγμένων παραταξιακών που μας εκπροσωπούν και προασπίζονται τα «συμφέροντά μας»…) που, πεφωτισμένοι και αλάθητοι, αποφασίζουν πού, πώς, τι θα μαθαίνουμε (και μετά μας εξετάζουν αν τα μαθάμε και σωστά), και ημών – μιας άμορφης αλλά ομοιόμορφης φοιτητικής μάζας, στον τιμητικό ρόλο του παθητικού δέκτη. Επίκαιρη ένδειξη: ένα πρόγραμμα σπουδών αλλάζει κατά το ήμισυ (χωρίς να εξετάζουμε προς το παρόν τη σκοπιμότητα αυτών των αλλαγών), κι όμως όλα δείχνουν να κυλούν φυσιολογικά, χωρίς να αμφισβητήσουμε ή να αναρωτηθούμε πού και πώς παίρνονται αυτές οι αποφάσεις και κυρίως γιατί ερήμην μας, παρά μόνο για το πώς τελικά θα ανταποκριθούμε στις νέες απαιτήσεις..
Όπως και να ‘χει παρ’ όλα αυτά, το πανεπιστημίο δεν παύει να είναι ένας δημόσιος χώρος, όπου μπορούμε να σκεφτούμε, να αμφισβητήσουμε και να αγωνιστούμε. Αν ξεφύγουμε απ’ αυτήν την απάθεια για τα κοινά, ίσως μπορέσουμε κάποτε να διεκδικήσουμε μία αξιοπρεπή, ισότιμη συμμετοχή σε μία απελευθερωτική παιδεία. Αλλά σίγουρα θα καταφέρουμε, σήμερα για αρχή, να αρθρώσουμε ριζοσπαστικά το λόγο μας και να προβάλουμε συλλογικά τις επιθυμίες μας για τα θέματα που μας αφορούν.
24/10/08
Τελικά γιατί μας ενδιαφέρει η συνδιοίκηση;
Με το παρόν κείμενο θα θέλαμε να ξεκαθαρίσουμε την θέση μας για τις συνδιοικήσεις των τμημάτων. Η «συνδιοίκηση» είναι μια διαδικασία στην οποία συμμετέχουν οι καθηγητές κάθε τμήματος μαζί με τους εκλεγμένους αντιπροσώπους των φοιτητών (όπως προκύπτουν από τα εκλογικά αποτελέσματα) και στην οποία συζητούνται και λαμβάνονται αποφάσεις για την λειτουργία του κάθε τμήματος. Για την ιστορία, η δημιουργία της συνδιοίκησης θεσμοθετήθηκε με τον νόμο-πλαίσιο (ν.1268) το 1982.
Όσο κι αν για εκείνη την εποχή η ρύθμιση που προέβλεπε τη φοιτητική συμμετοχή στα όργανα διαχείρισης του πανεπιστημίου θεωρήθηκε ένα πιο προοδευτικό βήμα, για μας η λειτουργία της συνδιοίκησης συμπυκνώνει αξίες τις οποίες αντιπαλεύουμε, όπως η ιδέα της αντιπροσώπευσης και της ανάθεσης στους ειδικούς, η αδιαφορία για τα κοινά και η ιεραρχία. Εξηγούμαστε, πιο συγκεκριμένα: η συνδιοίκηση εμπεδώνει τον κυρίαρχο διαχωρισμό μεταξύ, απ’ τη μία, των πάσης φύσεως ειδικών (πρυτάνεις, καθηγητές και εκλεγμένοι παραταξιακοί) που αποφασίζουν για όλα και, από την άλλη, της «αδαούς μάζας» (πλειοψηφία φοιτητών και φοιτητριών, εργαζομένων κ.λπ.) η οποία παραμένει στον ρόλο του παθητικού αποδέκτη. Αλλά ας μην παραπονιόμαστε. Το ότι άλλοι αποφασίζουν για μας, χωρίς εμάς «πατάει σε μια ήδη διαμορφωμένη συνθήκη». Δηλαδή, όσο εμείς οι ίδιες και οι ίδιοι δεν ενδιαφερόμαστε να διαμορφώσουμε τις συνθήκες ύπαρξής μας μέσα στο πανεπιστήμιο, τόσο θα «αλωνίζουν» οι καθηγητές κι οι μεγαλοσυνδικαλιστές.
Για μας, η λειτουργία της συνδιοίκησης δεν έχει μόνο χαρακτήρα τεχνικό (αποφάσεις για συγγράμματα, πρόγραμμα σπουδών κ.λπ.) αλλά βαθιά πολιτικό. Στη συγκεκριμένη συγκυρία, μάλιστα, οι νέες διατάξεις του νόμου-πλαισίου (μείωση δωρεάν συγγραμμάτων, εφαρμογή 4ετούς οικονομικού προγραμματισμού, εισαγωγή managers στις σχολές κ.λπ.) περνούν στα τμήματα ακριβώς μέσω των συνδιοικήσεων. Παράλληλα θεωρούμε ότι η κριτική μας στις συνδιοίκησεις συμβαδίζει με την εναντίωσή μας στην γραφειοκρατική-ιεραρχική οργάνωση του πανεπιστημίου, όπως αυτή εκφράζεται επίσης μέσω των εκλογών και των διοικητικών συμβουλίων. Είναι πεποίθησή μας ότι πρέπει να αντιλαμβανόμαστε το πανεπιστήμιο ως μια «κοινότητα» (αποτελούμενη από τους καθηγητές, τις καθηγήτριες κι εμάς, τους φοιτητές και τις φοιτήτριες, όπως επίσης κι απ’ τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες) η οποία οφείλει να αποφασίζει συλλογικά για όλα τα ζητήματα που την αφορούν, καθώς και για την ίδια τη λειτουργία κάθε σχολής. Πρέπει να χτυπηθεί η κυρίαρχη αντίληψη του φοιτητοκεντρισμού, η οποία εκφράζεται μέσω της τάσης να μην ασχολούμαστε με τίποτε άλλο πέραν του πτυχίου μας και να αδιαφορούμε για οτιδήποτε ξεπερνά τα ζητήματα στενά φοιτητικού ενδιαφέροντος (όπως, π.χ., τα προβλήματα των εργαζομένων στις σχολές). Καθώς πιστεύουμε ότι για όλα τα θέματα που μας αφορούν (από την εξεταστική μέχρι τις συνθήκες δουλειάς των εργαζομένων στη σχολή) πρέπει να αποφασίζουμε όλοι και όλες μαζί, προτείνουμε την δημιουργία ΚΟΙΝΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ διδασκόντων-ουσών, φοιτητών-τριών και εργαζομένων, με ισότητα λόγου και ψήφου για όλες και όλους. Η συγκεκριμένη συνέλευση θα παίρνει όλες τις αποφάσεις για τα θέματα που αφορούν το κάθε τμήμα. Όσο ουτοπικό φαντάζει να αποφασίζουν 15000 άτομα για την λειτουργία της Φιλοσοφικής, τόσο εμείς θα επιδιώκουμε την κατάργηση των συνδιοικήσεων, των εκλογών και των διοικητικών συμβουλίων, κινούμενοι στην κατεύθυνση του ριζικού μετασχηματισμού της οργάνωσης του πανεπιστημίου και προπαγανδίζοντας τη λειτουργία του στην βάση της ισότητας, των γενικών συνελεύσεων και της άμεσης δημοκρατίας.
epafi72.blogspot.com
23/10/08
ΚΕΣ que c’ est?
Ψηφίστηκε στη Βουλή ο νέος νόμος σύμφωνα με τον οποίο τα περίφημα «ΚΕΣ» («Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών») θα δίνουν πτυχία ισότιμα με αυτά των δημόσιων πανεπιστημίων. Ως φοιτητές πρέπει να αντιτεθούμε σ’ αυτή τη εξέλιξη, καθώς συνιστά έμμεση μορφή απαξίωσης και υποτίμησης του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα του πανεπιστημίου. Με αυτό τον τρόπο εντάσσεται στο γενικότερο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της εκπαίδευσης. Η ματαίωση της αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος, υπό την πίεση του φοιτητικού κινήματος του 2006-07, ανάγκασε το Υπουργείο να ακολουθήσει έμμεσους τρόπους προώθησης της ιδιωτικοποίησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ο νόμος για τα ΚΕΣ είναι ένας απ’ αυτούς τους τρόπους. Η σχετική κοινοτική οδηγία εντάσσεται στη γενικότερη πολιτική που ακολουθούν οι κυβερνήσεις τα τελευταία 30 χρόνια, περικόπτοντας τις κοινωνικές δαπάνες του κράτους και ιδιωτικοποιώντας τομείς κοινής ωφέλειας όπως η παιδεία και η υγεία.
Αυτό που έχει σημασία είναι να ξεκαθαρίσουμε τη θέση υπό την οποία είμαστε αντίθετοι στο νόμο για τα ΚΕΣ. Είμαστε αντίθετοι, όπως είπαμε, επειδή θεωρούμε ότι γίνεται προσπάθεια για να απαξιωθεί το δημόσιο πανεπιστήμιο, καθώς τα πτυχία του θα έχουν πλέον την ίδια αξία με τα πτυχία των ιδιωτικών ΚΕΣ. Μέχρι εδώ καλά: όλοι θα συμφωνήσουν μ’ αυτό. Αν δούμε όμως τι λένε πολλές από τις φοιτητικές παρατάξεις που αντιστέκονται στο νόμο, θα εντοπίσουμε ορισμένες προβληματικές απόψεις, οι οποίες πρέπει να χτυπηθούν. Εχθρός μας δεν είναι οι σπουδαστές των ΚΕΣ, αλλά το Υπουργείο. Στο νόμο για τα ΚΕΣ πολεμάμε ένα επιπλέον βήμα προς την απαξίωση του δημόσιου πανεπιστημίου∙ δεν είμαστε αντίθετοι, επειδή «φοβόμαστε» ότι «απειλούνται τα πτυχία μας». Θεωρούμε απαράδεκτη αυτή τη θέση, καθώς πιστεύουμε ότι προκύπτει απ’ το φοιτητοκεντρισμό που διακρίνει το σύνολο σχεδόν των καθεστωτικών και μη παρατάξεων. Φοιτητοκεντρισμός σημαίνει να μη μας ενδιαφέρει τίποτε άλλο πέρα από τα συμφέροντα του κλάδου μας (ως φοιτητών), τίποτε περισσότερο από την προστασία της αξίας του πτυχίου μας. Πρόκειται για μια λογική συντεχνιακή, η οποία εκμεταλλεύεται τα προνόμιά της, με σκοπό να διατηρήσει την ανώτερη κοινωνική της θέση. Όπως είναι γνωστό, από τα ΚΕΣ θα βγαίνουν εργαζόμενοι β’ κατηγορίας, τα «κατακάθια» του συστήματος που δε μπόρεσαν να πετύχουν στις πανελλήνιες εξετάσεις κι έτσι κατέληξαν στα ΚΕΣ. Αν κάποιος δε μπορεί να πληρώσει τα φροντιστήρια ή τα ιδιαίτερα μαθήματα κατά τη διάρκεια της Β’ και Γ’ Λυκείου ή αν, σε περίπτωση που αποτύχει στις πανελλήνιες, δεν έχει λεφτά για να πάει σε κάποιο πανεπιστήμιο του εξωτερικού, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να πάει στα ΚΕΣ. Το μέτρο για την προσθήκη της βάσης του 10 ως κριτηρίου εισαγωγής στα ΑΕΙ εντάσσεται στην ίδια λογική. Έτσι αναπαράγεται η ταξική δομή της εκπαίδευσης. Σ’ αυτήν ακριβώς την ταξική δομή στηρίζονται οι φοιτητοσυνδικαλιστές, όταν επικαλούνται το χυδαίο επιχείρημα ότι «τα ΚΕΣ θα μας πάρουν τις δουλειές». Εκμεταλλεύονται την ανώτερη ταξική τους θέση και χρησιμοποιούν τις επικλήσεις στο «δημόσιο» χαρακτήρα του πανεπιστημίου, προκειμένου να την προφυλάξουν.
Αυτή η φοιτητοκεντρική και συντεχνιακή αντίληψη προκύπτει από τη γενικότερη εικόνα που υπάρχει για το πανεπιστήμιο μέσα στην ελληνική κοινωνία. Για το μέσο Έλληνα φοιτητή το πανεπιστήμιο είναι ένα μέσο για την εξασφάλιση ενός «δυνατού» πτυχίου, το οποίο θα του επιτρέψει να βρει μια καλή δουλειά. Το πανεπιστήμιο δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένα εργαλείο εύρεσης εργασίας. Λογικό είναι ότι, από τη στιγμή που αντιλαμβανόμαστε τη φοιτητική μας ιδιότητα μ’ έναν τέτοιο τρόπο, θα θεωρούμε «εχθρούς» και «ανταγωνιστές» τους σπουδαστές οποιουδήποτε άλλου ιδρύματος θα μπορεί να προσφέρει ανάλογου είδους πτυχία. Είναι αυτονόητο, σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, ότι θεωρούμε λανθασμένη κάθε προσπάθεια να γίνει ο νόμος για τα ΚΕΣ αφορμή για το ξέσπασμα ενός νέου κινήματος, καθώς δεν είναι αυτές οι αξίες που θα θέλαμε να εμπνέουν ένα τέτοιο κίνημα
4/10/08
ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΩΝ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΝΟΜΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ
Την τελευταία τριετία βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια σειρά αλλαγών στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΑΕΙ-ΤΕΙ) οι οποίες κινήθηκαν σε τρείς βασικές κατευθύνσεις: από την μια το 2005 ψηφίστηκε ο νόμος για την Αξιολόγηση, τα ΙΔΒΕ (Ινστιτούτα Δια Βίου Εκπαίδευσης) και το ΔΟΑΤΑΠ (αναγνώριση των πτυχίων από χώρες του εξωτερικού) και από τη άλλη ένα χρόνο αργότερα επιχειρήθηκε η Αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος σε συνδυασμό με την κατάρτιση ενός νέου Νόμου Πλασίου για την εσωτερική λειτουργία των πανεπιστημίων.
Xωρίς να μπούμε στην διαδικασία να αναλύσουμε κάθε πτυχή των μεταρρυθμίσεων αυτών (βλέπε παλιότερα κείμενα της ΕΠΦ) είναι χαρακτηριστικό, ότι αν και ο νόμος για την Αξιολόγηση, τα ΙΔΒΕ και το ΔΟΑΤΑΠ ψηφίστηκε, χωρίς να υπάρξουν ουσιαστικές αντιδράσεις, δεν συνέβη το ίδιο και με την Αναθεώρηση του άρθρου 16 και τον νέο Νόμο Πλαίσιο, όπου είχαμε το ξέσπασμα μαζικών καταλήψεων και διαδηλώσεων πανελλαδικά (καλοκαίρι 2006-άνοιξη 2007), με αποτέλεσμα να ακυρωθεί η Αναθεώρηση του άρθρου 16 και ο Νόμος Πλαίσιο να ψηφιστεί με οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία τον Μάρτιο του 2007.
Και ενώ αρκετοί φοιτητές/τριες και πανεπιστημιακοί δήλωναν ότι ο νέος νόμος είναι «νεκρός» και δεν θα εφαρμοστεί σε καμία σχολή, ένα μόλις χρόνο μετά η κυβέρνηση (με ανανεωμένη «λαική εντολή» στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου) μετά το νομοσχέδιο για το Ασφαλιστικό, άρχισε να κάνει λόγο για έναρξη της εφαρμογής διατάξεων του νέου Νόμου Πλασίου στις σχολές. Την άνοιξη του 2008 η πρόθεση της κυβέρνησης για τη εφαρμογή του νόμου (που μεταξύ άλλων ορίζει τις φοιτητικές παροχές, την διανομή συγγραμμάτων και το πανεπιστημιακό άσυλο) επικεντρώθηκε κυρίαρχα σε δύο κατευθύνσεις: Αλλαγή του τρόπου διεξαγωγής των πρυτανικών και προεδρικών εκλογών: Οι πρυτάνεις πλέον θα εκλέγονται με καθολική συμμετοχή των φοιτητών/τριών (σε αντίθεση με την μέχρι τώρα συμμετοχή μόνο των εκλεγμένων παραταξιακών). Όσο και αν αυτή η διάταξη μπορεί να χαρακτηριστεί «δημοκρατική», δεν παύει να εντάσσεται στις γενικότερες αλλαγές που φέρνει ο νέος νόμος μέσα στις σχολές και σε καμία περίπτωση δεν θίγει την θεσμική εξουσία των πρυτάνεων και τον ρόλο τους στη εκπαιδευτική διαδικασία. - Σύναψη 4ετών επιχειρησιακών προγραμμάτων: Η χρηματοδότηση πλέον των ΑΕΙ θα γίνεται με τη διαδικασία συμβάσεων με το κράτος και τους ιδιώτες καθώς και με την εισαγωγή manager, ο οποίος θα διαχειρίζεται τα οικονομικά του κάθε τμήματος. Γίνεται φανερό ότι σε σχολές όπως η δική μας, που η σύνδεση με την αγορά εργασίας είναι χαλαρή, η υποχρηματοδότηση θα ενταθεί, την ίδια ώρα που το κράτος δαπανάει εκατομμύρια ευρώ για στρατιωτικούς εξοπλισμούς, εκκλησία και αστυνομία.Παράλληλα με τις εξαγγελίες αυτές η Αναθεώρηση του άρθρου 16 εμφανίστηκε και πάλι στο προσκήνιο, καθώς άρχισε να γίνεται λόγος για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων «από το παράθυρο», μέσω της μη Αναθεώρησης του άρθρου 16, αλλά της παράκαμψής του με νομικίστικες διατάξεις (εναλλακτική ερμηνεία του Συντάγματος κλπ).
Εδώ παρατηρήθηκε το εξής παράδοξο: Ενώ από την μία αρχικά τα κανάλια και οι εφημερίδες (που πρόσκεινται κυρίως στο ΠΑΣΟΚ) δημιουργούσαν κλίμα για νέο «σκηνικό πολέμου» στα πανεπιστήμια, παραπληροφορώντας και δημιουργώντας εντυπώσεις για νέο ξέσπασμα καταλήψεων, και παράλληλα οι αριστερίστικες παρατάξεις θεωρούσαν εύκολο ένα νέο γύρο κινητοποιήσεων, η πλειοψηφία των φοιτητών/τριών με τη σειρά της έδειχνε την πλήρη αδιαφορία της για την επικείμενη εφαρμογή του νόμου προετοιμαζόμενη σιγά-σιγά για την εξεταστική περίοδο του καλοκαιριού. Έτσι λοιπόν απότοκο αυτής της κατάστασης ήταν οι αντιδράσεις να μπορούν να χαρακτηριστούν μόνο «χλιαρές» και οι κινητοποιήσεις να παραμείνουν άμαζες στα χέρια οργανωμένων μειοψηφιών. Πιο συγκεκριμένα σε σχολές όπου προβλεπόταν η διεξαγωγή πρυτανικών και προεδρικών εκλογών (ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά) βάσει του νέου νόμου παρατηρήθηκαν ευφάνταστες σκηνές με τους φοιτητές να παίζουν κρυφτούλι (ή και κυνηγητούλι) με τους καθηγητές, αρπάζοντας κάλπες για να ακυρώσουν την διαδικασία. Στο Πανεπιστήμιο Πειραιά επιστρατεύθηκαν ακόμα και ακροδεξιά στοιχεία για να διαφυλάξουν την διαδικασία, με αποτέλεσμα να υπάρξουν συγκρούσεις μεταξύ φοιτητών και ακροδεξιών. Για να είμαστε ξεκάθαροι, δεν καταδικάζουμε τέτοιου είδους ακτιβισμούς, όπως η αρπαγή της κάλπης, αλλά είναι πάγια θέση μας ότι τέτοιες κινήσεις με αποσπασματικό και μη μαζικό χαρακτήρα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν κινηματικές. Εκτός αυτών, οι καταλήψεις αυτή την φορά δεν ξεπέρασαν πανελλαδικά τις 40, με τις περισσότερες να είναι απλά λουκέτα (βλέπε παρακάτω), οι συνελεύσεις έβγαιναν σε πολλές σχολές με οριακές πλεοφηφίες για καταλήψεις το πολύ δύο ημερών, ενώ οι πορείες κατέδειξαν την πραγματική «δυναμική» των φετινών κινητοποιήσεων, αφού σε καμία από τις πορείες στο κέντρο της Αθήνας η συμμετοχή δεν ξεπέρασε τα 2000 άτομα. Σε αυτό το σημείο, χωρίς να μπούμε στην λογική της καταγγελειολογίας εξυπηρετώντας κάποια δικά μας μικροπαραταξιακά συμφέροντα, ΑΛΛΑ στη βάση της υπεράσπισης της δημοκρατικότητας και ριζοσπαστικότητας τόσο των γενικών συνελεύσεων, όσο και του ίδιου του φοιτητικού κινήματος, δεν θα μπορούσαμε να μην κάνουμε μια μικρή μνεία για τον ρόλο που διαδραμάτισε η «αγωνιστική» Πανσπουδαστική Κίνηση Συνεργασίας (ΚΝΕ/ΚΚΕ) τόσο σε πανελλαδικό επίπεδο, αλλά και συγκεκριμένα στην Φιλοσοφική. Εκτός του ότι ήταν συστηματικά αντίθετη στην σύγκληση γενικών συνελεύσεων, σε όσες τελικά πραγματοποιήθηκαν η ΠΚΣ αποχωρούσε εν τω μέσω της διαδικασίας ακυρώνωντας την απαρτία έχοντας ήδη μονοπωλήσει το μικρόφωνο για ώρα και εμποδίζοντας τους άλλους ομιλητές να τοποθετηθούν (γελοιοποιώντας, αποδοκιμάζοντας, τραμπουκίζοντας κλπ). Η αλήθεια είναι ότι δεν ξαφνιαστήκαμε από την στάση της ΠΚΣ καθώς διαχρονικά οι πρακτικές της αντανακλούν την ξεκάθαρη αντιδημοκρατική ιεραρχική και γραφειοκρατική της οργάνωση, με αποτέλεσμα να συμμετέχει σε ένα κίνημα μόνο για να το ηγεμονεύσει ή να στρατολογήσει νέα μέλη. Περιστασιακά, η γενική συνέλευση απειλούταν και από βολονταρισμούς της ΕΑΑΚ, όπως οι εκβιασμοί για «αγωνιστικές αποφάσεις» (ακόμα και με φανερή έλλειψη απαρτίας), χωρίς σαφείς αγωνιστικές προθέσεις, βέβαια...
Είναι φανερό, όπως αναλύθηκε παραπάνω, ότι οι αντιδράσεις ενάντια στην εφαρμογή του νέου νόμου μονό ως κίνημα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν, γιατί αυτή τη φορά έλειψε αυτό που είχε υπάρξει, παρ΄ όλες τις αδυναμίες του (βλ. Ιδρυτική Διακήρυξη ΕΠΦ και κριτική στο κίνημα 06-07) στο περασμένο φοιτητικό κίνημα και αυτό ήταν η μαζικότητα στις συνελεύσεις, στις καταλήψεις (?) και στις διαδηλώσεις από πλευράς των φοιτητών/τριών. Από την μεριά μας ως Ελευθεριακή Παρέμβαση Φιλοσοφικής, θεωρώντας επιτακτική την ανάγκη της μαζικής αντίδρασης στην εφαρμογή του νέου νόμου, καλέσαμε σε συμμετοχή στις γενικές συνελεύσεις όλων των φοιτητών/τριών επειδή θεωρούμε ότι η γενική συνέλευση (παρόλα τα συχνά φαινόμενα γραφειοκρατικοποίησής αλλά και απαξίωσής της) είναι και πρέπει να γίνει το μοναδικό συλλογικό ΑΜΕΣΟΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ όργανο λήψης αποφάσεων, καθώς εξασφαλίζει την ισότητα λόγου και ψήφου για όλους και όλες. Όσον αφορά το ζήτημα της κατάληψης , ξεκαθαρίσαμε την θέση μας ότι η κατάληψη δεν τίθεται μόνο στην σφαίρα των μέσων (άδεια κλειδωμένη σχολή για να «πιέσουμε» την κυβέρνηση), αλλά κυρίως των σκοπών, στην ουσιαστική δηλαδή συμμετοχή όλων στην κατειλημμένη σχολή μέσω της επαναοικειοποίησης του χώρου και του χρόνου και τον πειραματισμό με νέες μορφές Αυτοοργάνωσης της καθημερινότητας.ΓΙΑ ΚΙΝΗΜΑ ΜΑΖΙΚΟ ΚΑΙ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟ
Η ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΠΛΟ ΜΑΣ
25/9/08
ΔΕ ΘΕΛΟΥΜΕ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΣΟΥ...
…ή εισαγωγή στο πανεπιστήμιο και την Ελευθεριακή Παρέμβαση Φιλοσοφικής
Η Ελευθεριακή Παρέμβαση Φιλοσοφικής είναι μια πολιτική συλλογικότητα της σχολής μας. Δραστηριοποιηθήκαμε μέσα από το κίνημα των καταλήψεων του 2006-07 ενάντια στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση και από τότε προσπαθούμε να έχουμε μια σταθερή παρουσία και παρέμβαση σε θέματα που πιστεύουμε ότι μας αφορούν. Έχουμε επιλέξει να οργανωθούμε στη βάση της άμεσης δημοκρατίας και δίχως ιεραρχία. Αυτό σημαίνει ότι για τις υποθέσεις μας αποφασίζουμε όλες και όλοι μαζί, ύστερα από συζήτηση και υλοποιούμε τις αποφάσεις μας επίσης όλοι και όλες μαζί. Δεν χρειαζόμαστε ειδικούς να μας καθοδηγούν(ούτε κρυφούς ούτε φανερούς). Η άποψη μας αυτή ισχύει και γενικότερα για το πως βλέπουμε και τη σχολή μας (και τη κοινωνία γενικότερα). Πιστεύουμε δηλαδή ότι για τις υποθέσεις που μας αφορούν ως φοιτήτριες και φοιτητές οφείλουμε και μπορούμε να αποφασίζουμε εμείς οι ίδιοι εδώ και τώρα και κανείς άλλος εξ ονόματός μας.
Ο ελληνικός μύθος για το πανεπιστήμιο το έχει συνδέσει με χρόνια χαλαρότητας, κραιπάλης, καβάτζας και εκατομμυρίων καφέδων. Αν και καταλαβαίνουμε τη γοητεία αυτού του τρόπου ζωής, ιδιαίτερα μετά τη φρίκη των πανελληνίων εξετάσεων, γνωρίζουμε επίσης ότι υπάρχει και μια άλλη παράδοση στο ελληνικό πανεπιστήμιο την οποία και προκρίνουμε. Είναι η παράδοση των αγώνων, των κινητοποιήσεων, των γενικών συνελεύσεων. Μόλις πριν από δύο χρόνια δεκάδες χιλιάδες φοιτητές και φοιτήτριες συμμετείχαμε στις γενικές συνελεύσεις των συλλόγων μας, κατεβήκαμε στους δρόμους για να αντισταθούμε στο νόμο-πλαίσιο και την αναθεώρηση του άρθρου 16, μεταρρυθμίσεων που αποσκοπούν στη μεγαλύτερη σύνδεση των πανεπιστημίων με την οικονομία της αγοράς, στην εντατικοποίηση των σπουδών μας και την αύξηση του κόστους τους. Αυτή τη παράδοση θέλουμε να συνεχίσουμε με διάθεση κριτικής και αυτοκριτικής.
Θέλουμε να υπερασπιστούμε το πανεπιστήμιο από τις προαναφερθείσες μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης γιατί, ως ομάδα, το αντιλαμβανόμαστε ως έναν κατεξοχήν δημόσιο χώρο. Θεωρούμε ότι η σχέση του πανεπιστημίου με τη γνώση το καθιστά έναν χώρο που μπορεί να ανθίσει η δημόσια συζήτηση, η κριτική σκέψη, η αμφισβήτηση, όλες έννοιες αντίθετες στη κυρίαρχη αντίληψη που το μόνο που την ενδιαφέρει είναι η οικονομική ανάπτυξη και πρόοδος. Επίσης σε αυτό που εμείς βλέπουμε ως δημόσιο χαρακτήρα του πανεπιστημίου συντελεί και η ύπαρξη και λειτουργία των γενικών συνελεύσεων των φοιτητικών συλλόγων. Οι γενικές συνελεύσεις αποτελούν το ανώτερο όργανο εξουσίας των φοιτητών και των φοιτητριών. Σε αυτές μπορούμε να συμμετέχουμε όλες και όλοι ισότιμα, μέσα από το λόγο και τη ψήφο μας. Κάθε φοιτητής και φοιτήτρια μπορεί να κάνει τοποθέτηση και προτάσεις στο σώμα τη συνέλευσης και αυτές να τεθούν προς ψήφιση. Ακριβώς επειδή η γενική συνέλευση είναι το μοναδικό ανοιχτό όργανο στον καθένα και τη καθεμιά μας, επιλέγουμε να συμμετέχουμε μόνο σε αυτήν και όχι στις εκλογές και τα διοικητικά συμβούλια, αφού δε θεωρούμε την ομάδα μας ως κάποιους ειδικούς οι οποίοι μπορούν να αντιπροσωπεύουν το σύνολο των φοιτητών και των φοιτητριών.
6/9/08
ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ; ΟΧΙ ΑΠΟΨΕ, ΟΔΗΓΩ..
Αν και τρεις φορές κάθε χρόνο η καθημερινή μας ζωή περιστρέφεται λίγο ή πολύ γύρω από τις εξεταστικές, πολύ σπάνια σκεφτόμαστε πάνω σ’ αυτές, και ακόμα πιο σπάνια αμφισβητούμε την εγκυρότητα, την αλήθεια τους. Παρ’ όλα αυτά, ο θεσμός των εξεταστικών ενσαρκώνει συγκεκριμένες αξίες και αποτυπώνει συγκεκριμένες κοινωνικές σχέσεις, οι οποίες εντοπίζονται και στο σύνολο των πανεπιστημιακών θεσμών εν γένει, και θεωρούμε ότι δεν πρέπει να αναπαυθούμε αν δεν εξαντλήσουμε την κριτική τους.
Ας αναλογιστούμε, για αρχή, πόσο προσομοιάζει η εξεταστική περίοδος στο πρότυπο του εργοστασιακού ελέγχου. Ο/η εργαζόμενος/η είναι αναγκασμένος να παρουσιαστεί προ των ανωτέρων του και να βάλει τα δυνατά του ώστε να αποδείξει ότι είναι κατάλληλος για να διατηρήσει τη θέση του ή να ανελιχθεί στην αλυσίδα της παραγωγής. Ειδάλλως, απολύεται, συνήθως. Αντίστοιχα, στην εξεταστική οι φοιτήτριες/ες καλούνται να απομνημονεύσουν και να αναπαράξουν μηχανικά ένα ογκώδες σύνολο πληροφοριών για να περάσουν το μάθημα και να πάρουν τελικά το πτυχίο τους. Γιατί μας ενδιαφέρει όμως αυτή η ομοιότητα; Δε θα μας ενδιέφερε, αν δεν απειλούσε αυτό που θεωρούμε ουσία του πανεπιστημίου, δηλαδή το πεδίο και τη δυνατότητα της ανάδυσης δημιουργικότητας και κοινωνικής αμφισβήτησης.
Καταρχάς, ο τρόπος αυτός αξιολόγησης είναι πλήρως συνδεδεμένος με την ίδια τη διαδικασία παροχής της πανεπιστημιακής γνώσης, όπου το εκάστοτε αντικείμενο κατακερματίζεται και διασπάται σε επιμέρους στοιχεία, μέχρις σημείου να μην καταλαβαίνουμε γιατί και για ποιον μαθαίνουμε, ώστε η παπαγαλία να φαντάζει τελικά «λογική επιλογή».. Επιπλέον, η μαζική και τυποποιημένη αξιολόγηση παραβλέπει και δε σέβεται τις ατομικές ιδιαιτερότητες των εξεταζόμενων. Τους αντιμετωπίζει σαν ένα σύνολο απόλυτα ομοίων ατόμων και τους αξιολογεί με ό,τι καθορίζεται κάθε φορά ως «αντικειμενικό» κριτήριο εξέτασης. Αρέσει όμως η εξεταστική; Αν όχι, γιατι δεν την αμφισβητεί κανείς; Πέρα από τις περιστασιακές, άσφαιρες γκρίνιες που ακούμε στους διαδρόμους και τα κυλικεία, η αποστήθιση και η μηχανοποίηση της σκέψης βολεύει μια χαρά όποιον δεν ενδιαφέρεται να αμφισβητήσει την (από έδρας) εγκυρότητα του καθηγητικού λόγου και να αναρωτηθεί για τη χρησιμότητα των όσων μαθαίνει. Όσο δεν ασκούμε τελικά κριτική στην ίδια τη γνώση και το ίδιο το πανεπιστήμιο, θα έχουμε και την εξέταση που μας αρμόζει.
Η εξεταστική, συμπυκνώνοντας, είναι αναπόσπαστο μέρος της συνολικής γραφειοκρατικής-ιεραρχικής οργάνωσης του πανεπιστημίου. Μας αποκλείει ως φοιτητικό σώμα από την άσκηση εξουσίας πάνω στις ζωές και την καθημερινότητά μας, και μας πνίγει ως δημιουργικά άτομα μέσα στην παπαγαλία και την τυποποίηση. Μέσα σ’ όλα αυτά, δημιουργεί εν τέλει τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την ένταξή μας στο υπάρχον εργασιακό καθεστώς της επισφάλειας, της πειθάρχησης και της επανακατάρτισης, καθώς θα ‘χουμε ήδη συνηθίσει σε τέτοια «ανθρώπινα» περιβάλλοντα απ’ τα φοιτητικά μας χρόνια..
Προτείνουμε για αρχή, τέλος, μία νέα παράσταση για την εξεταστική. Θεωρούμε ότι πρέπει να συζητάται μέσα στις γενικές συνελεύσεις μαζί με άλλα φοιτητικά/κοινωνικά θέματα, ώστε αντί να εμποδίζει την ανάδυση αγώνων, να συνδέεται μαζί τους. Να μην αποτελεί πια για μας ένα τεχνοκρατικό-διοικητικό ζήτημα του τμήματος, το οποίο θα πρέπει να υποστούμε και αυτήν την φορά καρτερικά. Να διεκδικήσουμε την εξουσία που μας αναλογεί πάνω στην καθημερινότητά μας.
4/9/08
7/6/08
25/5/08
λίγα λόγια για τις φοιτητικές εκλογές...
Το πανεπιστήμιο δεν είναι ένας θεσμός αποκομμένος από την συνολική κοινωνική οργάνωση,αλλά αντιθέτως, αναπαράγει τις κυρίαρχες για τη σημερινή κοινωνία αξίες της ανάθεσης και της αντιπροσώπευσης, της απάθειας του κόσμου για τα κοινά και της ιδιώτευσης. Οι σημασίες αυτές ενσαρκώνονται στα πλαίσια των φοιτητικών συλλογών στο θεσμό των εκλογών και των διοικητικών συμβουλίων, τα οποία προκύπτουν ανάλογα με τους εκλογικούς συσχετισμούς των παρατάξεων (δου/σου:θεσμός που στηρίζεται στην παραδοχή ότι υπάρχουν ειδικοί της πολιτικής οι οποίοι είναι οι ικανότεροι να διαχειριστούν τις υποθέσεις που αφορούν τα κοινά).
Ενάντια σε οποιαδήποτε τέτοια παραδοχή, θεωρούμε πως ο θεσμός των εκλογών δεν είναι δημοκρατικός μα ξεκάθαρα αριστοκρατικός, καθώς το σώμα των ψηφοφόρων καλείται να εκλέξει αυτούς που θεωρεί άριστους στην πολιτική παραχωρώντας τους τη βούλησή του: απλά και μόνο για να αποφασίζουν για λογαριασμό του. Άμεση απόρροια αυτής της διαδικασίας είναι η αντιμετώπιση της πολιτικής σαν μια πρακτική τέχνη ίσως (π.χ. ξυλουργική), την οποίαάλλοι κατέχουν και άλλοι όχι, και συνεπώς οι (πλειοψηφούντες...) δεύτεροι να πρέπει να την αφήνουν στους “πεφωτισμένους” πρώτους (παρατάξεις, κόμματα και τα σχετικά).
Να που αβίαστα περνάμε στο ζήτημα των γενικών συνελεύσεων, στον αντίκτυπο που έχουν λογικές σαντις παραπάνω σε αυτές... οι γενικές συνελεύσεις εκτός από την μεγάλη αποφασιστική ισχύ που εξορισμού κατέχουν για ζητήματα των φοιτητικών συλλόγων,(οφείλουν να) είναι η μοναδική απόλυτασυλλογική και συμμετοχική διαδικασία του πανεπιστημίου, η οποία, εξασφαλίζοντας την ελευθερία λόγου/και την ισότητα ψήφου για όλες και όλους,θα δημιουργεί τις βάσεις που απαιτούνται για τηνδιεξαγωγή πολιτικού διαλόγου και ζυμώσεων, όσο και για την ανάπτυξη συλλογικής συνείδησης. Η χρήσητους, παρ’ όλα αυτά, απέχει από τα παραπάνω. Οι γενικές συνελεύσεις κυριαρχούνται από τις λογικές της αντιπροσώπευσης και της στείρας παραταξιακής αντιπαράθεσης. Η πλειοψηφία της συνέλευσης, ωθούμενη από αδιαφορία για ενεργή συμμετοχή στα κοινά και τη διαμόρφωση συνθηκών ουσιαστικής ύπαρξής στην συνέλευση, αναθέτει στους ειδικούς την πολιτική δράση και τη συγκρότηση λόγου διατηρώντας τον παθητικό, σχεδόν εθιμοτυπικό, ρόλο του επικυρωτή ήδη διαμορφωμένων πολιτικών πλαισίων που της προτείνονται προς ψήφιση, δίχως να διεκδικεί χώρο ουσιώδους συλλογικής συμβολής στις αποφάσεις διαμέσου πολιτικού διαλόγου, αφήνοντας στις γραφειοκρατικές διαδικασίες-παρατάξιακές συνεννοήσεις και τον περιορισμό της βάσης σε γελοίους πανηγυρισμούς και επιλογήτου΄΄καλύτερου΄΄ στο τέλος, να δίνουν το στίγμα της ΄΄ολικής΄΄ συμμετοχής από τη μία και της ανάθεσης/αντιπροσώπευσης από την άλλη.
Για εμάς η πολιτική δεν είναι θέμα τεχνικής, μα θέμα γνώμης. Επιπλέον, οποιαδήποτε κριτική του υπάρχοντος, αν θέλει να το αμφισβητήσει/μετασχηματίσει ριζικά αντί να προσφέρει άλλη μία στείρα αντίδραση, δε μπορεί παρά να συνδέεται με ένα θετικό, συνολικό πρόταγμα για μία άλλη κοινωνικήοργάνωση. Βασισμένοι/-ες σε αυτή τη θέση και αναγνωρίζοντας την πραγματικότητα ως δημιούργηματων ίδιων των ανθρώπων/όχι κάποιας εξωτερικής παρέμβασης υιοθετούμε το πρόταγμα της άμεσης δημοκρατίας. Ενάντια σε κάθε αντιπροσωπευτικό (εκλογές) και διαχωρισμένο αποφασιστικό θεσμό (διοικητικά συμβούλια), αναγνωρίζουμε πως πρέπει όλοι και όλες να έχουμε πάθος για τα κοινά, για τη διεύθυνση των υποθέσεών/και ζωών μας, ενεργώντας εμείς οι ίδιοι/-ες, εδώ και τώρα και μη αναθέτοντας σε κανέναν.
κατέβασμα κειμένου
ΠΚΣ: Ο ΕΠΙΜΕΝΩΝ ΣΤΑΛΙΝΙΚΑ
ή ’’θα ρωτήσω τον καθοδηγητή μου και θα σου απαντήσω’’
Από την αρχή των προσπαθειών για εισέλθει ο σύλλογός μας σε αγωνιστική κατεύθυνση
ενάντια στην επικείμενη εφαρμογή του νόμου-πλαισίου και του νέου εσωτερικού κανονισμού, η παράταξη της ΠΚΣ έχει δράσει ως επί το πλείστον διαλυτικά σε αυτήν την προσπάθεια.
Η αρχή έγινε με την άρνησή της (από κοινού με τη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ) πριν από δύο εβδομάδες να υπογράψει στο διοικητικό συμβούλιο (δου.σου) για τη διεξαγωγή γενικής συνέλευσης (γου.σου.) με την καινοτόμο δικαιολογία ότι ο σύλλογος δεν είναι ακόμη έτοιμος για να συνεδριάσει (!). Η συνέχεια δόθηκε μετά από μια εβδομάδα στη γενική συνέλευση στις 20/5 (η ΠΚΣ υπέγραψε για αυτήν, αλλά όπως θα φανεί σε λίγο, μάλλον ήταν δώρο άδωρο) αφου από την αρχή η ΠΚΣ έκανε τα πάντα για να μην πραγματοποιηθεί. Συγκεκριμένα από το πρώτο 15λεπτο διατεινόταν ότι δεν υπάρχει αρκετός κόσμος για την απαρτία ώστε να πραγματοποιηθεί η συνέλευση, όταν συνήθως οι γου.σου. αρχίζουν 2-3 ώρες μετά την προγραμματισμένη ώρα. Αφού τοποθετήθηκε εκτός διαδικασίας και πραξικοπηματικά 3-4 φορές για 20 λεπτά τη φορά και μονοπωλώντας το μικρόφωνο με τη βία, εγκατέλειψε τη συνέλευση στα μισά της διαδικασίας ακυρώνοντας την απαρτία της συνέλευσης με δικαιολογία ότι ο κόσμος δεν ήταν αρκετός (πάνω από 300 άτομα και συνέχιζαν να έρχονται και άλλα) και ότι "πρέπει να είμαστε συνεπείς στην ώρα μας"(!)
. Η ΠΚΣ όμως δε σταμάτησε ούτε εκεί. Ακάθεκτη προχώρησε σε δικιά της συνέλευση την Πέμπτη 22/5 χωρίς απόφαση δου.σου., χωρίς συλλογή υπογραφών, χωρίς να ενημερώσει κανέναν. Αποτέλεσμα: Μια παρωδία συνέλευσης με συμμετοχή λιγότερων από 100 μέλη της ΠΚΣ-ΚΝΕ διάρκειας 30 λεπτών. Ευτυχώς για την κοινή λογική η ΠΚΣ είχε το τακτ να μην πάρει απόφαση. Και όλα αυτά για να καταφέρει να κατεβάσει το σύλλογο στην παραταξιακή της πορεία της Παρασκευής 23/5...
Η διασπαστική αυτή δράση της ΠΚΣ δε μας ξάφνιασε (εντάξει, η αλήθεια είναι ότι μας έπιασε λίγο εξ απίνης). Δε διαφέρει πολύ από την δράση της στο προηγούμενο φοιτητικό κίνημα (φου.κου.) την περίοδο2006-07. Στην αρχή κατήγγειλε τις καταλήψεις ως ‘‘πυροτεχνήματα’’ και ως υποκινούμενες από το ΠΑΣΟΚ καιστη συνέχεια υποχρεώθηκε να συρθεί από τη δυναμική του κινήματος και να συμμετάσχει σε αυτό. Αλλά και τότε η στάση της δεν άλλαξε πολύ. Συνέχισε να κάνει δικές τς πορείες εμφανίζοντας δικά της δεύτερα πανό συλλόγων (και της φιλοσοφικής) και τραμπουκίζοντας στις διάφορες συντονιστικές επιτροπές.
Η κριτική που κάνουμε δεν έχει τη λογική της καταγγελειολογίας, ούτε εξυπηρετεί κάποια δικά μας μικροπαραταξιακά συμφέροντα. Γίνεται στη βάση της υπεράσπισης της δημοκρατικότητας,ριζοσπαστικότητας και αυτονομίας τόσο των γενικών συνελεύσεων όσο και του ίδιου του φοιτητικού κινήματος απέναντι σε πρακτικές και λογικές σαν και αυτές της ΠΚΣ, τις οποίες θεωρούμε αντίθετες και υπονομευτικές σε τέτοια χαρακτηριστικά. Έτσι η πρακτική της ΠΚΣ να τραμπουκίζει άλλους πολιτικούς χώρους στις συνελεύσεις και να τις γελοιοποιεί (πέταγμα αντικειμένων του τύπου σερπαντίνες και χαρτιάΥΓΕΙΑΣ,γιουχαίσματα, διακοπή άλλων ομιλητών) και ο ξεκάθαρος διαχωρισμός που προσπαθεί να επιβάλει μεταξύ των ειδημόνων της πολιτικής και της υποτιθέμενα αδαούς μάζας στις συνελεύσεις -που συνιστά ξεκάθαρη αντανάκλαση των αντιδημοκρατικών, ιεραρχικών και γραφειοκρατικών σχέσεων που επικρατούνστο εσωτερικό της- δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ξεχωριστά από τη λογική της πρωτοπορίας που τη διαπερνά. Τόσο η ΠΚΣ όσο και η ΚΝΕ (ΚΚΕ) συμμετέχουν μόνο σε ό,τι θεωρούν ότι μπορούν να ηγεμονεύουν και να ελέγχουν πολιτικά και αντιμετωπίζουν εργαλειακά και την ευκαιριακά (ναι, εννοούμε οπορτουνισμό) θεσμούς όπως η γενική συνέλευση ή ακόμη και κινήματα, με απώτερο στόχο τη στρατολόγηση κόσμου στις γραμμές τους και τη ψηφοθηρία.
Οποιοδήποτε κίνημα θέλει να είναι ριζοσπαστικό και ανατρεπτικό δεν μπορεί παρά να ασκεί κριτική και να στέκεται απέναντι σε τέτοιες νοοτροπίες.ΓΙΑ ΚΙΝΗΜΑ ΜΑΖΙΚΟ ΚΑΙ ΑΧΕΙΡΑΓΩΤΗΤΟ
Η ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΟΠΛΟ ΜΑΣ
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΞΑΚΟΥΣΤΗ ΤΟΥ ΤΣΕΓΚΙς ΧΑΝ Η ΧΩΡΑ
(Ονόματα τόπων: το όνομα Ονόματα τόπων: ο τόπος Μ.Προυστ)
Μακεδονία; Αν έχουμε διαγνώσει σωστά ο προηγούμενος όρος τυγχάνει διεκ-δίκησης από διάφορες ‘‘ομάδες’’ μακεδονομάχων.
Τα κράτη που προσδιορίζονται από την διεθνή κοινότητα ως Βαλκανικά και οι κυβερνήσεις που ηγούνται αυτών για να πετύχουν μια εθνική ομοιογένεια, αναγκαίο συστατικό στοιχείο τους, κατέφυγαν σε μεθοδικές εκκαθαρίσεις μειονοτικών πληθυσμών και προσπάθειες απορρόφησης της όποιας ιδιαιτερότητάς τους( για παράδειγμα απαγόρευση χρήσης της γλώσσας τους). Συγκεκριμένα το ελληνικό κράτος συστηματικά αποφεύγει την αναγνώριση μακεδονικής μειονότητας εντός των συνόρων του και παρουσιάζει την Μακεδονία (γεωγραφική αναφορά) σαν να κατοικούταν αποκλειστικά από «έλληνες», καθόλη την διάρκεια της ιστορίας των τελευταί-ων 2400 ετών.
Το παραπάνω εξυπηρέτησε τις επεκτατικές βλέψεις του ελληνικού κράτους και κατά την σύστασή του, αποκρύπτοντας ότι οι έλληνες της Μακεδονίας αποτελούσαν μία εκ των μειονοτήτων (μεταξύ των οποίων ήταν και η σλαβική, η μακεδονική, η εβραϊκή και η μουσουλμανική) μέχρι τους βαλκανικούς πολέμους. Το ζήτημα συνεπώς δεν είναι γεωγραφικό-αντίληψη που κυριαρχεί σήμερα και υιοθετείται από το ελληνικό κράτος και από μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας- αλλά αμιγώς πολιτικό. Συνεπώς το εγχείρη-μα του ελληνικού κράτους να οικειοποιηθεί το όνομα, την ιστορία και τον τόπο την Μακεδονίας δεν μπορεί να προτάσσεται ως δίκαιο.
Αναγνωρίζουμε το δικαίωμα κάθε ανθρώπου(και ομάδας ανθρώπων) να αυτοπροσδιορίζεται όπως θέλει και ως εκ τούτου το πρόσφατο veto που άσκησε το ελληνικό κράτος ήταν μια ξεκάθαρη επιθετική κίνηση και κορύφωση του μικρό-ιμπεριαλισμού και ηγεμονισμού του. Ο τελευταίος είχε ήδη διαφανεί με το εμπάργκο (1994) και το σχέδιο διαμελισμού της Δημοκρατίας της Μακεδονίας από κοινού με τη Σερβία. Το ελληνικό κράτος-θύμα,όπως αυτοπαρουσιάζεται κάνοντας χρήση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, προκαλεί μόνο το γέλιο.
Από την μεριά μας, θεωρώντας παράλογα τα σύνορα μεταξύ φυλών, εθνών και κοινωνικών τάξεων και επιδιώκοντας την εξάλειψή τους, εφορμούμε ενάντια σε ‘‘αόρατους’’ διαχωρισμούς, είτε προέρχονται από ελληνικής είτε από μακεδονικής πλευ-ράς. Συμβατικά τους υιοθετούμε και εμείς και τους προϋποθέτουμε για να αρθρώσουμε την πολεμική μας, ενάντια στον εθνικισμό και τον επεκτατισμό όπου παρουσιάζονται. Όντας συνεπείς αντικρατιστές και διεθνιστές, αν και στην παρούσα συγκυρία αναγνωρί-ζουμε την δυσκολία στην επιτευξιμότητα της παραπάνω θέσης, δεχόμαστε ως αμεσότερα εφικτή και προσωρινή την εναλλακτική ενός αεθνικού συνταγματικού κράτους. Βασική αρχή ενός τέτοιου κράτους είναι η αναγνώριση κάθε μειονότητας και σεβασμός προς οποιαδήποτε πολιτισμική έκφρασή της (γλώσσα, θρησκεία), όπως επίσης ίση πρόσβαση στα κεκτημένα συνταγματικά δικαιώματα.ΑΜΕΣΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗΣ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΑΣ
Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ, ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ Η ΓΗ
Με συνελεύσεις...καταλήψεις...διαδηλώσεις, ξαναρχίζουμε
Με συνελεύσεις...
Οι γενικές συνελεύσεις των φοιτητικών συλλόγων αποτελούν ένα από τα χαρακτηριστικά ποu καθιστούν τα πανεπιστήμια "δημόσιο χώρο". Δηλαδή έναν χώρο όπου τα άτομα μπορούν να σuζητοuν ελεύθερα, να επιχειρηματολογούν και να αποφασίζουν από κοινού. Εκτός από την μεγάλη απoφασιστική ισχύ ποu κατέχουν για ζητήματα των φοιτητικών σuλλόγων, είναι η μοναδική απόλuτα σuλλογική και σuμμετοχική διαδικασία τοu πανεπιστημίοu, η οποία, εξασφαλίζοντας την ελευθερία λόγου και την ισότητα ψήφου για όλες και όλους, δημιοuργεί τις βάσεις ποu απαιτούνται για την διεξαγωγή πολιτικού διαλόγοu και ζuμωσεων. Η κατάστασή τοuς σήμερα όμως απέχει πολύ από τα παραπάνω.
Όταν δεν φuτοζωούν λόγω της απαξίωσής τοuς από το φοιτητικό σώμα, οι γενικές σuνελεύσεις κuριαρχούνται από τις λογικές της αντιπροσώπευσης και της στείρας παραταξιακής αντιπαράθεσης. Η πλειοψηφία της σuνέλευσης, αδιαφορώντας για την ουσιαστική σuμμετοχή στα κοινά και τη διαμόρφωση των σuνθηκων ύπαρξης της, αναθέτει στους "ειδικούς" της πoλιτικής την πολιτική δράση και τη συγκρότηση του λόγου της συνέλευσης, μένοντας στον παθητικό ρόλο του επικυρωτή ήδη διαμορφωμένων πολιτικών πλαισίων που της προτείνονται προς ψήφιση χωρίς ουσιώδη συμβολή στις αποφάσεις του συλλόγου.
Άμεση συνέπεια των παραπάνω η υποβάθμιση της διαδικασίας της γ.σ. με φαινόμενα που έχουμε παρατηρήσει όλοι-όλες κατά καιρούς: από τον ξύλινο λόγο των παρατάξεων, την κατάργηση της ισηγορίας με τις μακροσκελείς τποθτήσεις μέχρι την αρπαγή του μικροφώνου και τους αλληλοτραμπουκισμούς.
Εμείς αντlθετα, προτείνουμε τη λειτουργία της γενικής συνελευσης με άλλοuς όρους, ώστε να διευκoλύνεται η διεξαγωγή πραγματικά δημοκρατικών συλλογικών διαδικασιών και να αποτρέπεται, όσο είναι δυνατόν, η γραφειοκρατικοποίησή τους:
• Κλήρωση του προεδρείου πριν από κάθε συνέλευση (με δυνατότητα σuμμετοχής οποιουδήποτε/ οποιασδήποτε, και όχι μόνο των μελων παρατάξεων.
• Δημιουργία κληρωτών και ανακλητών εκτελεστικών επιτροπών από τη συνέλεοση για τα πρακτικά ζητήματα που ανακύπτουν στην οργάνωση της διαδικασίας και τη διασφάλιση της υλοποίησης των αποφάσεων, προς αποφυγή οποιασδήποτε αυθαιρεσίας.
• Όσον αφορά τη λήψη των αποφάσεων, αντικατάσταση των πολυσέλιδων παραταξιακών πλαισίων από την ψήφιση μεμονωμένων πολιτικών προτάσεων για κάθε θέμα που τίθεται στη συνέλευση.
• Οι γενικές συνελεύσεις να μείνουν το μοναδικό όργανο του συλλόγου με αποφασιστικό χαρακτήρα του καταργώντας ουσιαστικά τα δευτεροβάθμια αντιπροσωπευτικά όργανα, όπως π.χ. τα διοικητικά συμβούλια (δου.σου.)...καταλήψεις...
Καθώς η κατάληψη υπήρξε το βασικό μέσο πάλη του φοιτητικού κινήματος θεωρούμε ότι πρέπει να αναλυθεί ο ρόλος και η σημασία της. Η κατάληψη διακόπτοντας πλήρως την ακαδημαϊκή λειτουργία αποτέλεσε τον κυριότερο και πιο αποτελεσματικό μοχλό πίεσης στα χέρια των φοιτητών/τριών η συντριπτική πλειοψηφία όμως των φοιτητών/τριών οργανωμένων και μη , παρέμεινε εκεί τοποθετώντας την κατάληψη αποκλειστικά στη σφαίρα των μέσων οδηγώντας στην πλήρως εργαλειακή χρήση της με αποτέλεσμα να μην λειτουργήσουν οι καταλήψεις ως κοινωνικοί χώροι δημιουργίας και αμφισβήτησης των κυρίαρχων κοινωνικών σχέσεων και μορφών οργάνωσης αλλά να μείνουν πλήρως αποκομμένες και νεκρωμένες πλαισιωμένες από σκληροπυρηνικές μειοψηφίες του κινήματος.
Αντίθετα για μας η κατάληψη πρέπει να αντιμετωπίζεται τόσο ως μέσο όσο και σαν σκοπός με την έννοια της επαναοικειοποίησης του χώρου και του χρόνου του πανεπιστημίου, και του πειραματισμού με μορφές αυτοοργάνωσης της καθημερινότητας. Θεωρούμε δηλαδή ότι οι καταλήψεις πρέπει να είναι ζωντανές (όχι απλά λουκέτα ) και πλαισιωμένες από τον ανένταχτο κόσμο. Να λειτουργούν δηλαδη ως χώροι πολιτικών ζυμώσεων με εκδηλώσεις , συζητήσεις και αντιμαθήματα (αντικατάσταση της καθιερωμένης εκπαιδευτικής διαδικάσίας).
Το πρόταγμα για μια τέτοια είδους κατάληψη δεν αποτελεί δικό μας εγκεφαλικό κατασκεύασμα αλλά εντοπίζεται ιστορικά στις φοιτητικές καταλήψεις του Μάη ’68 , αλλά και τις ριζοσπαστικές στιγμές του εργατικού κινήματος (καταλήψεις εργοστασίων).
Καθώς το φοιτητικό κίνημα βρίσκεται σ’ ένα κρίσιμο σημείο ύστερα από τις νέες κινήσεις του υπουργείου θεωρούμε ότι μόνο μια επανανοηματοδότησή της συνέλευσης και της κατάληψης στην κατεύθυνση που τέθηκε παραπάνω μπορεί να ριζοσπαστικοποιήσει τον αγώνα μας....διαδηλώσεις, ξαναρχίζουμε
ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΕΣ...
Ο θεσμός των εξεταστικών ενσαρκώνει κάποιες συγκεκριμένες αξίες και αποτυπώνει συγκεκριμένες κοινωνικές σχέσεις, οι οποίες εντοπίζονται στο σύνολο των πανεπιστημιακών θεσμών και της εκπαίδευσης γενικότερα.Καταρχάς, η εξεταστική περίοδος παρουσιάζει ομοιότητες με το πρότυπο του εργοστασιακού ελέγχου. Σύμφωνα με αυτό ο/η εργαζόμενος/η πρέπει να αποδείξει ότι είναι κατάλληλος για τη θέση του/της ή για προαγωγή σε ανώτερη θέση. Η αξιολόγηση αυτή επιτυγχάνεται μέσα από μία διαδικασία όπου η/ο εργαζόμενη/οςεπιδεικνύει “χ” εργασιακές ικανότητες μέσα σε “ψ” χρονικό διάστημα, υπό την επιτήρηση κάποιου/ας προϊστάμενού της/του. Αντίστοιχα, στην εξεταστική περίοδο οι φοιτήτριες/ές καλούνται να απομνημονεύουν και να αναπαράγουν μηχανικά ένα συγκεκριμένο σύνολο γνώσεων, ώστε να περάσουν το μάθημα και να πάρουν στο τέλος το πτυχίο τους. Φυσικά, αυτός ο τρόπος αξιολόγησης είναι πλήρως συνδεδεμένος με την ίδια τη διαδικασία παροχής της γνώσης, όπου το εκάστοτε γνωστικό αντικείμενο κατακερματίζεται και διασπάται σε επιμέρους στοιχεία.Επιπλέον, η μαζική και τυποποιημένη αξιολόγηση παραβλέπει και δε σέβεται τις ατομικές ιδιαιτερότητές των εξεταζόμενων, αντιμετωπίζοντάς τους ως ένα σύνολο απόλυτα ομοίων ατόμων και αξιολογώντας τους με τα καθορισμένα κάθε φορά "αντικειμενικά" κριτήρια της εξέτασης.Με αυτόν τον τρόπο και δεδομένου ότι το πανεπιστήμιο δεν μπορεί να ιδωθεί ξεχωριστά από τους υπόλοιπους θεσμούς της κοινωνίας και τη συνολική κοινωνική οργάνωση, η διαδικασία εξέτασης καθιστά την εκπαιδευτική διαδικασία απόλυτα αξιοποιήσιμη από την καπιταλιστική παραγωγή, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την ένταξη των κοινωνικών ατόμων που διαμορφώνει στο υπάρχον εργασιακό καθεστώς (επισφάλεια, επανακατάρτιση,γραφειοκρατικοποίηση).Απέναντι σε αυτήν τη συνθήκη που είναι αναπόσπαστο μέρος της συνολικής γραφειοκρατικής-ολιγαρχικής οργάνωνσης του πανεπιστημίου, αντιπροτάσουμε το σπάσιμο της απάθειας για τα κοινά και την άμεση δημοκρατία.ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΩΝ!
ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΤΗ ΓΝΩΣΗ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΑΣ!
κατέβασμα κειμένου
Ο ΝΟΜΟΣ ΠΛΑΙΣΙΟ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ (!)
Τις τελευταίες τρείς εβδομάδες, το Υπουργείο Παιδείας άνοιξε ξανά το θέμα της εφαρμογής διατάξεων του νέου νόμου πλαισίου που ψηφίστηκε το 2007. Ο νέος νόμος πλαίσιο φέρνει μια σειρά αλλαγών μέσα στις σχολές μας, όπως η αποπομπή των φοιτητών/τριών που ξεπερνούν τα 2ν έτη φοίτησης, η μείωση των δωρεάν συγγραμμάτων και η αλλαγή στον τρόπο καθορισμού και άρσης του πανεπιστημιακού ασύλου.Απέναντι στην νέα επίθεση του Υπουργείου Παιδείας, δημιουργήθηκε ένα κλίμα αντίστασης από τις φοιτήτριες/τές με 35 σχολές να τέλουν υπο κατάληψη πανελλαδικά, 2 πορείες στο κέντρο της Αθήνας καθώς και τηναποτροπή των πρυτανικών εκλογών στα ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά.
Στη παρούσα συγκυρία η δεδομένη πρόθεση του Υπουργείου για την εφαρμογή του νόμου πλαισίου επικεντρώνεται κυρίαρχα σε δυο κατευθύνσεις:Αλλαγή του τρόπου διεξαγωγής των πρυτανικών/προεδρικών εκλογών: Οι πρυτάνεις πλέον θα εκλέγονται με καθολική συμμετοχή των φοιτητών/τριών (σε αντίθεση με την μέχρι τώρα συμμετόχη μόνο των εκλεγμένων παραταξιακών). ΄Οσο και εάν αυτή η διάταξη μπορεί να χαρακτηριστεί πιο «δημοκρατική», δεν παύει να εντάσσεται στις γενικότερες αλλαγές που φέρνει ο νέος νόμος πλαίσιο μέσα στις σχολές και σε καμία περίπτωση δεν θίγει την θεσμική εξουσία των πρυτάνεων και τον ρόλο τους στην εκπαιδευτική διαδικασία.Σύναψη 4ετών επιχειρησιακών προγραμμάτων: η χρηματοδότηση πλέον των ΑΕΙ θα γίνεται με τη διαδικασία συμβάσεων με το κράτος και ιδιώτες καθώς και με την εισαγώγη , ο οποίος θα διαχειρίζεται τα οιλονομικά του κάθε τμήματος. Γίνεται φανερό ότι σε σχολές όπως η δική μας, που η σύνδεση με την αγορά εργασίας είναι χαλαρή, η υποχρηματοδότηση θα ενταθεί, την ίδια ώρα που το κράτος δαπανάει εκατομμύρια ευρώ για στρατιωτικούς εξοπλισμούς, για την αστυνομία και την εκκλησία.Ακόμα και τώρα μπορούμε να αντιδράσουμε.Είναι στο χέρι όλων μας με συνελεύσεις πραγματικά αμεσοδημοκρατικές όπου θα έχουν λόγο όλες και όλοι, με δραστήριες καταλήψεις (και όχι απλά λουκέτα) και με διαδηλώσεις να καταργήσουμε στην πράξη αυτόν τον νόμο.
Ο νόμος πλαίσιο ξανάρχεται, ΠΙΣΩ ΚΟΥΦΑΛΕΣ
Η εκπαιδευτική αναδιάρθρωση εντάσσεται στις γενικότερες κοινωνικές αλλαγές που σημαδεύουν τη μετάβαση από το κράτος πρόνοιας στην οικονομία του κέρδους και φυσικά δεν είναι αποκομμένη από την εργασιακή αναδιάρθρωση και την κοινωνική οργάνωση του δυτικού κόσμου. Σίγουρα το εκπαιδευτικό σύστημα δε μπορεί να θεωρηθεί ουδέτερος θεσμός, ούτε και ξεκομμένος από τους υπόλοιπους κοινωνικούς θεσμούς και αξίες.
H βασική κατεύθυνση του νεοφιλελευθερισμού, σχετικά με την παιδεία και την γνώση είναι η σύνδεση της εκπαιδευτικής διαδικασίας με την οικονομική δραστηριότητα σε επίπεδο καταμερισμού της εργασίας και εσωτερικής λειτουργίας της και ο σεβασμός της θεμελιώδους αρχής της οικονομίας του κέρδους. Παράλληλα να συνιστά ένα δίκτυο ροής κατακερματισμένων και πρόσκαιρων πακέτων ικανοτήτων/ πληροφοριών με στόχο τη συμβατότητα με την πρώτη αρχή και το υπάρχον εργασιακό καθεστώς. Τα πτυχία χάνουν το ισχυρό τους αντίκρισμα στην αγορά εργασίας και στη διασφάλιση εργασιακών δικαιωμάτων - ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του κράτους πρόνοιας, και προσαρμόζονται στις ανάγκες της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Ο νόμος- πλαίσιο που κατατέθηκε και ψηφίστηκε τελικά την άνοιξη του 2007 ρυθμίζει:
1. Το διοικητικό καθεστώς του πανεπιστημίου και τις εσωτερικές λειτουργίες: Η απαγόρευση διπλών εξεταστικών, η απώλεια του εξαμήνου μετά από 2 βδομάδες χαμένων μαθημάτων (με σαφή στόχο και των δύο τους φοιτητικούς αγώνες) αλλά και ρύθμιση για το σύστημα των πιστωτικών μονάδων (με σκοπό την αύξηση της …«αποδοτικότητας» της ακαδημαϊκής κοινότητας) συμβάλλουν σημαντικά στην εντατικοποίηση των ζωών μας. Επίσης προβλέπονται πειθαρχικά συμβούλια προς παραδειγματισμό και συμμόρφωση για περιπτώσεις «αποκλίνουσας συμπεριφοράς». Υπό αυτήν την απειλή θα πρέπει να παρακολουθούμε ακόμη πιο εντατικά αφού η πειθάρχηση θα είναι μονόδρομος.
2. Τις σχέσεις του με την κρατική διαχείριση και τη γενικότερη χρηματοδότηση: Τα εισοδήματα των ΑΕΙ (πλέον και επίσημα) μπορούν να προέρχονται από οποιαδήποτε πηγή, δημόσια ή ιδιωτική, ενώ παράλληλα εισάγει οικονομικό μάνατζερ, ο οποίος θα βαρύνεται με την ευθύνη διοικητικών αποφάσεων με κριτήρια οικονομικής αποτελεσματικότητας για το ίδρυμα. Ακόμα ορίζει την αποδοχή τετραετών προγραμμάτων χρηματοδότησης από τα ιδρύματα σαν προϋπόθεση για την χρηματοδότησή τους, Τα προγράμματα αυτά θα τα εισηγείται η Επιτροπή Στρατηγικού Σχεδιασμού και Ακαδημαϊκού - Αναπτυξιακού Προγραμματισμού στην Σύγκλητο ,στην σύνθεση της επιτροπής αυτής υπάρχει δυνατότητα να βρίσκονται προσωπικότητες από το χώρο της επιστήμης, της οικονομίας και της εργασίας, με λίγα λόγια «manager πάρε με και κάνε με ό,τι θες».
3. Τις φοιτητικές παροχές: Τα χρόνια φοίτησης περιορίζονται σε 2ν (με αποπομπή όσων τα ξεπερνούν, πολλοί εκ των οποίων εξαιτίας παράλληλης απασχόλησης) και προωθείται η σταδιακή μετακύλιση του κόστους σπουδών στις/στους φοιτήτριες/-τες μέσω του περιορισμού των δωρεάν συγγραμμάτων σε ένα ανά μάθημα και των ανταποδοτικών υποτροφιών για παροχή εργασίας. Με άλλα λόγια για να μπορέσουμε να διαβάσουμε την ύλη σε ένα μάθημα, θα πρέπει να αγοράσουμε το ένα από τα δύο συγγράμματα, που είναι ένας συνηθισμένος αριθμός στη σχολή για κάθε μάθημα. Αν σε κάθε εξάμηνο έχουμε τουλάχιστον 5 μαθήματα και ένα πανεπιστημιακό σύγγραμμα κοστίζει από 30-70 ευρώ, το κόστος σε κάθε εξάμηνο θα είναι δυσβάστακτο, ειδικά όταν δεν θα μπορούμε να εργαστούμε λόγω κινδύνου διαγραφής.
4. Το άσυλο: Ορίζει το πρυτανικό συμβούλιο ως υπεύθυνο για αποφάσεις όπως ο καθορισμός των χώρων που καλύπτει το άσυλο (μιας και αυτοί δε θεωρούνται αυτονόητοι σύμφωνα με το νόμο) ή η άρση του σε περιπτώσεις που κρίνεται αναγκαίο, αντικαθιστώντας την επιτροπή ασύλου, στην οποία συμμετείχαν από κοινού ακαδημαϊκοί και φοιτητικοί εκπρόσωποι και η οποία λειτουργούσε στη βάση της ομοφωνίας και όχι της απλής πλειοψηφίας, όπως προβλέπεται από το νέο νομοσχέδιο.
Μπροστά σε αυτό το τετελεσμένο γεγονός της ψήφισης του νόμου- πλαισίου, το φοιτητικό κίνημα δεν κατάφερε μέσα από τους θεσμούς του -με την μορφή και το περιεχόμενο που τους αντιστοιχούν- να αμφισβητήσει τον ρόλο του πανεπιστημίου και τις κοινωνικές σχέσεις που αυτό αναπαράγει. Αποτέλεσμα ήταν μια αμυντική τακτική, που έφερε την γραμμή άμυνας εντός των πανεπιστημίων, στα διοικητικά όργανα, αποτελούμενη από ομάδες σκληροπυρηνικών συνδικαλιστών.
Ακόμη και τώρα λοιπόν την ύστατη στιγμή μετά τις δηλώσεις του υπουργού Παιδείας (4/3/08) για την ολοκλήρωση του πρώτου κύκλου της θεσμικής μεταρρύθμισης στην Ανώτατη Εκπαίδευση, που περιελάμβαναν:
· το γενικό εσωτερικό κανονισμό(πειθαρχικές κυρώσεις)
· τον τετραετή οικονομικό προγραμματισμό για τα μεταπτυχιακά(όποιο ίδρυμα δεν τα αποδεχτεί δεν θα χρηματοδοτείται),
· την υπενθύμιση στους πρυτάνεις πως έχουν όλα τα εχέγγυα(σπάσιμο ασύλου) για να περάσουν το νόμο
και την επικείμενη διεξαγωγή των πρυτανικών εκλογών σύμφωνα με το νέο νόμο πλαίσιο μπορούμε με όρους κινηματικούς μέσα από συνελεύσεις, δραστήριες καταλήψεις και διαδηλώσεις να ανατρέψουμε αυτό τον νόμο.
Να σπάσουμε την απάθεια για τα κοινά, να εξαλείψουμε την γραφειοκρατία και να ξεπεράσουμε τους ειδικούς της πολιτικής